Τετάρτη, Οκτωβρίου 17, 2007

Άχ Μητέρα...

Αχ μητέρα
Είναι πάντα γελαστή. Χαρούμενη. Το πλατύ της χαμόγελο αγκαλιάζει το σχεδόν άδειο στόμα της. Τα μισά της δόντια έχουν σαπίσει. Το έχουν εγκαταλύψει. Η φωνή της γλυκιά, σχεδόν παιδική. Τα μάτια της είναι ολοστρόγγυλα επίπεδα και μαύρα. Τα γιαλιά ηλιού που κοσμούν το επίπεδο λιπαρό πρόσωπό της, αποκρύπτουν τα μάτια. Κανεις δεν τα έχει δεί εδώ και χρόνια. Αν μπορέσεις να τα ξεχωρίσεις μέσα απο τα κατάμαυρα τζάμια θα ανακαλύψεις ότι κινούνται συνεχώς γύρω γύρω παρατηρώντας και επιβλέποντας τα πάντα, αξιολογώντας κάθετι που βρίσκεται στην οπτική τους ακτίνα. Θαρρείς πως ποτέ δεν έχουν κλείσει, ποτέ δεν έχουν εφησυχάσει από το έντονο και επιτακτικό έργο τους. Κλαίει χωρίς δάκρυα, χωρίς να βγάζει τα μαύρα της γυαλιά. Καλυπτει με τις παλάμες το αιώνιο προσωπό της, να μην φαίνεται οτι γελά. Τα αυτιά της πλατειά ασουλούπωτα, ποτέ δεν σκεπάζονται απο τα μαλλιά της. Πάντα στραμμένα προς κάθε ομιλούντα που την περιστοιχίζει συλλέγουν τις πολύτιμες πληροφορίες που θα διευκολύνουν το κοπιαστικό και δύσκολο έργο της. Τα μαλλιά της μακριά, μπουκλωτά και καστανά. Το ρυτιδιασμένο οβάλ κρανίο της διαφαίνεται και φεγγίζει μέσα απο την αραιή της κόμη. Το σώμα της χοντρό, παχύ, δεν έχει γευτεί ανθρώπου χάδι. Ποτέ! Δυο φορές συνουσιάστηκε στην αιώνια ζωή της. Για να γεννήσει τα τέκνα της. Τα στήθη της ακουμπούν και ξεκουράζονται στην παχιά κοιλιά της. Τις ρώγες της δεν τις βύζαξε ποτέ κανείς, μήτε μωρό μήτε νέος. Άχρηστες μαράζωσαν και αυτές και κρέμονται σαν ξερά κοτσάνια στα πρησμένα από το λίπος στήθη της. Η πολύπτυχη κοιλιά της δεν ξεχωρίζει απο τους χοντρούς και τετράγωνους γλωτούς της. Τα πόδια της σαν κορμοί γέρικού δέντρου που ζει σε στοιχειωμένο βαλτότοπο. Ποτέ της δεν πλένεται. Στο διάβα της το συνεπές αηδιαστικό άρωμα του αιώνιου κορμιού της ξεχύνεται και δηλώνει την ταυτοποίηση της παρουσίας της. Το βήμα της γοργό για να τα προλάβει όλα, έχει τόσα πολλά να καλύψει, στον αιώνιο χρόνο που διαθέτει. Η κίνησή της συντίθεται απο μικρές κοφτές χειρονομίες όλο νάζι, τόσο επιτηδευμένες και συνήθης που μοιάζουν φυσικές.
Γεννήθηκε σαν όλους εμάς. Αθώα, αγνή, καλή, άκακη. Δεν έγινε σαν εμάς. Σταδιακά ξεπέρασε τα ΜΗ της κοινωνίας. Εφτιαξε τον δικό της ηθικό κώδικα. Σίγουρα η κοινωνία ευθύνεται για το δρόμο που πήρε. Η κοντινή της κοινωνία. Η μάνα της και ο πατέρας της. Οι δασκάλοι της και όλα τα πρότυπα της ζωής της. Ηταν άτυχη. Τώρα είναι άτυχος όποιος βρίσκεται στο διάβα της και δεν συμφωνεί με τα δόγματά της. Η γλώσσα της οδηγείται απο το ψέμα. Το ψέμα αναβλύζει απο όλη την ύπαρξή της. Λέει μόνο ψέματα. Παραποιεί την πραγματικότητα για να μπορέσει να πλέξει στον δικό της ιστό την καταστροφή των ανθρώπων που την περιβάλουν.
Ευτυχία είναι η αποτυχία και η καταστροφή. Στα τέκνα της δεν έδωσε το ζωοποιό βυζί της. Τα έθρεψε με όνειρα. Μολις ρίζωσαν βαθιά μέσα τους, τα ξερίζωσε. Αυτή είναι η ευτυχία της. Καταστροφέας παιδικών ονείρων.
Στα δαχτυλίδια της και στα τσαντάκια της κρύβονται τα πιο θανατηφόρα δηλητήρια. Μολύνει τη λεία των θυμάτων της. Τα χέρια της τσιμπολογούν επιδέξια τα τσαντάκια για να είναι σε ετοιμότητα την μοιραία στιγμή, όταν θα πρέπει. Τα δηλητήριά της είναι απαύγασμα εμπειρίας γενεών ολάκαιρων. Της τα δίδαξαν η γιαγιά της και η μάνα της. Πάντα πετυχαίνει τον σκοπό της. Τα θύματά της πεθαίνουν μέσα σε φριχτούς και βασανιστικούς πόνους. Τα σπλάχνα τους σαπίζουν. Το αίμα τους γίνεται νερό. Τα μάτια τους πετάγονται από τις κογχες. Όλοι πεθαίνουν με τον ίδιο τρόπο. Με τον ίδιο φρικτό τρόπο με το ίδιο ακριβώς δηλητήριο. Κανείς ποτέ δεν έχει γλιτώσει, κανείς δεν ξέρει. Δηλητηριάζει το νερό που ξεδιψά, τα φρούτα που γλυκαίνουν, το φαγητό που δυναμώνει. Ο θάνατος που σκορπίζει την εξισώνει με το θεό της, τον χειρότερο θεό του σύμπαντος, τον ακατανόμαστο.
Αχ Μητέρα...

0 Comments:

Post a Comment