Δευτέρα, Μαΐου 21, 2007
Ήμασταν οχτώ μήνες μαζί, όταν το θηρίο που νόμιζα πως είχα για πάντα διώξει με επισκέφτηκε ξανά. Ήταν κατά τη διάρκεια των διακοπών και δεν μπορώ να πω πως ήρθε εντελώς ξαφνικά, αφού εκείνες τις μέρες που ήμασταν διαρκώς μαζί, εγώ κι εκείνος, χτυπούσε κάθε τόσο καμπανάκια για να μου πει πως δεν έκανε για μένα και πως καλύτερα να έμενα πάλι μόνη.
Τα καμπανάκια χτυπούσαν, την ώρα που εκείνος έπαιρνε το λόγο για να πει κάτι ασήμαντο κατά τη γνώμη μου. Χτυπούσαν την ώρα που μιλούσε και καλά καλά δεν μ’ άφηναν να τον ακούσω. Γύριζα αλλού το κεφάλι για να μη με κουφάνουν με αποτέλεσμα εκείνος να νομίζει πως του γύριζα την πλάτη.
Άλλες φορές χτυπούσαν την ώρα που έκανε παιδικές σκανταλιές στην παραλία με τους φίλους του. Τότε μου φώναζαν :
-Ε, δεν βλέπεις ανόητη, πως δεν κάνει αυτός ο άνθρωπος για σένα;
Εγώ μελαγχολικά κοιτούσα τα κύματα να γλύφουν τους λείους βράχους και δεν μπορούσα να μιλήσω σε κανέναν για τη γλυκιά μελαγχολία που με έζωνε, παρά τους κοιτούσα με θλίψη, ζήλια και απαξίωση, λίγο σαν γυναίκα που δεν πρόλαβε να γίνει μάνα και ρίχνει κλεφτές ματιές στα παιδιά της διπλανής οικογένειας που ανέμελα γεμίζουν τον τόπο με φωνές.
Τα καμπανάκια χτυπούσαν όλο και πιο συχνά και κάποιες φορές μετατρέπονταν σε ευδιάκριτες φωνές που όλο με τάραζαν . Καθώς περνούσαν οι μέρες γνώριζα πως δε θα μ’ άφηναν να κάνω ήρεμες διακοπές. Ήρθαν και ένα βράδυ ενώ κοιμόμασταν. Με ξύπνησαν. Εκείνος δίπλα μου ατάραχος κοιμόταν. Η ανάσα του σταθερή και βαριά δεν συγχρονιζόταν με τους παλμούς και τις δονήσεις της εύθραυστης αύρας της νύχτας. Τίποτα απ’ αυτά που άγγιζαν εμένα δεν τον επηρέαζαν. Φοβόμουν για κείνον, φοβόμουν για μένα , φοβόμουν για μας και κυρίως δεν ήθελα να ζήσω πάλι τα ίδια, όχι με εκείνον, δεν μπορούσα να προδώσω εκείνον.
-Κοίτα τον πως ατάραχος κοιμάται. Το μόνο πράγμα που θα μπορούσε να τον ξυπνήσει θα’ ταν η ξαφνική του επιθυμία για σεξ.
Ακίνητη και μουδιασμένη παρέμεινα στη στάση στην οποία ξύπνησα κι αυτό έκανε πιο εύκολο το έργο των φωνών που με θεωρούσαν χωρίς άλλο εύκολο στόχο.
- Κι αν ξυπνούσε τώρα κι άρχιζε να τρίβεται επάνω σου και να προσπαθεί να σε φιλήσει δε θα’ δινε καμία σημασία στην απελπισία που κρύβει η ματιά σου. Θα συνέχιζε ανενόχλητος μέχρι να πάρει αυτό που χρειάζεται.
Σε μια ύστατη προσπάθεια νίκησα το μούδιασμα στα μέλη μου και κουνήθηκα. Ευχόμουν εκείνος να ξυπνήσει, να καταλάβει πως δεν είμαι καλά, να κατανικήσει την επιθυμία του για ύπνο, να καταφέρει να σηκωθεί, ν’ ανάψει τα φώτα , να με πάρει στην αγκαλιά του και να με παρηγορήσει. Να μη ρωτήσει πως και γιατί, τώρα πια ξέρει, απλά να με σφίξει στην αγκαλιά του μέχρι εκείνες να πάψουν. Να μου πάρει τις φωνές που με αποπροσανατολίζουν, όλη τη δαιμονισμένη θέληση και να μου αφήσει μόνο το καλό.
Κι ένα παιδί όμως ξέρει, πως ο άντρας κουρασμένος από τη δραστηριότητα μιας ολόκληρης ημέρας (κι ας βρίσκεται αυτός ο άντρας σε διακοπές, κι ας είναι πολύ νέος για να μην μπορεί να ορίσει τον εαυτό του) ξυπνά πολύ δύσκολα, πολύ δύσκολα επιβάλλεται στον εαυτό του κι όσο τον βαραίνει το σκοτάδι μιας νύχτας πηχτής και μιας ατμόσφαιρας καθάριας και δροσερής δύσκολα μπορεί να επιστρατεύσει τις δυνάμεις του και να εμπνεύσει τη σιγουριά σ’ ένα άλλο πλάσμα κάτω από τέτοιες συνθήκες.
- Δεν μπορεί να σε καταλάβει, δεν θα καταλάβει ποτέ τα άγχη και τις αγωνίες σου. Είναι τυφλός και κουφός απέναντί σου κι όσο νιώθει να του ζητάς τόσο πιο πολύ θα πεισμώνει και θα θέλει να φύγει.
Να φύγω εγώ πριν φύγει αυτός, δεν θέλω να του ζητήσω τίποτα, θέλω μόνος να καταλάβει, μόνος να καταλάβει, μόνος να καταλάβει. Είναι πολύ ρομαντικό αυτό; Είμαι καταδικασμένη να εξηγώ όσα νιώθω κάθε στιγμή, δεν είναι πολύ κουραστικό αυτό;
Δεν μπορούσα πια να πάψω τα δάκρυα μου. Τα ένιωθα να κυλάνε καυτά, χάραζαν κι αυτά τη δική τους πορεία, σηματοδοτούσαν τον πόνο μου. Ξαφνικά, στο μυαλό μου λάμψανε κάποιες ¨αλήθειες¨. Οι φωνές δεν θα έπαυαν κι εγώ δεν θα τον άφηνα. Οι φωνές δεν θα έπαυαν αν δεν τον άφηνα. Δεν θα τον άφηνα αν δεν έπαυα να είμαι εγώ. Θα τον άφηνα αν έπαυα να είμαι εγώ. Εγώ έπρεπε να πάψω να είμαι εγώ , έπρεπε να γίνω οι φωνές. Έπρεπε να γίνω όλη οι φωνές. Μόνο οι φωνές και τίποτα άλλο.
Άρχισαν αυτές να εντείνονται, να με πλημμυρίζουν, να κερδίζουν όλο και περισσότερο χώρο μέσα μου , μου ήταν αδύνατο πλέον να τις πάψω. Ήξερα πως μόνο αν με κυρίευαν θα υπήρχε ελπίδα μετά να ηρεμήσω απ’ αυτές.
Κατάφερα καταβάλλοντας ιδιαίτερη προσπάθεια να σηκωθώ. Το σώμα μου συνέχιζα να το νιώθω μουδιασμένο, σαν να μην μπορούσα να το ορίσω. Αν εκείνη τη στιγμή ξυπνούσε, αν με φώναζε κοντά του; Ήλπιζα. Όμως όχι, δε θα γινόταν κάτι τέτοιο. Παρά ήμουν διάφανη για να με δει ακόμη και στα όνειρά του.
Κατέβηκα τις εσωτερικές σκάλες, άνοιξα την πόρτα και βρέθηκα στο δρόμο. Σήκωσα το κεφάλι προς τον ουρανό όπως συνήθιζα να κάνω. Τα αστέρια ήταν άπειρα, παγερά με κοίταζαν απ’ τον ουράνιο θόλο, ούτε αυτά έμοιαζαν να μοιράζονται τις αγωνίες μου ή έστω να μπορούν να κάνουν το οτιδήποτε για να τις πάψουν. Το αντίθετο μάλιστα. Στέκονταν εκεί και μου υποδείκνυαν πως είναι νύχτα και είμαι μόνη. Σε ποιόν θα έλειπα αν εξαφανιζόμουν ένα βράδυ σαν κι αυτό; Το απόλυτο σκοτάδι μου προκαλούσε δέος, ανατάραζε την ψυχή μου, το κρύο έκανε το δόντια μου να χτυπούν, φοβόμουν λίγο σ’ αυτή την τρομερή ερημιά κι ας ήμουν λίγα μόλις μέτρα έξω από το σπίτι που πριν λίγο μέσα του ήρεμη κοιμόμουν.
Ήξερα πως έπρεπε να περπατήσω τουλάχιστον διακόσια μέτρα μέχρι τα πρώτα σπίτια, εκεί στην είσοδο κάποιου σπιτιού να περιμένω υπομονετικά να ξημερώσει, να παρακαλέσω κάποιον κάτοικο να με κατεβάσει στο λιμάνι, εκεί να ζητήσω λεφτά από τους περαστικούς, να βγάλω εισιτήριο για το πλοίο, και αφού φτάσω στο λιμάνι του Πειραιά να εξαφανιστώ σε μια από τις χίλιες κατευθύνσεις που μου ανοίγονται μακριά απ’ αυτόν και για πάντα.
Δεν μου φαινόταν πολύ δύσκολο ούτε μ’ ένοιαζε που μέσα στη νύχτα με το λευκό μου νυχτικό θα αποτελούσα την αιτία μια σίγουρης καρδιακής προσβολής για όποιον είχε την ατυχία να με δει να περπατάω μες τις ερημιές. Οι δυσκολίες της επικείμενης φυγής δεν μπορούσαν με τίποτα ν’ αναμετρηθούν με τη δικτατορία της κυριαρχίας των φωνών μέσα στο κεφάλι μου.
Άρχισα να κάνω διστακτικά βήματα μες το πυκνό σκοτάδι. Τα μάτια μου άνοιγαν διάπλατα στη προσπάθεια να διακρίνω πού βαδίζω. Το σκοτάδι με είχε ζώσει για τα καλά. Φανταζόμουν τρομακτικές ανθρώπινες φιγούρες και στον παραμικρό θόρυβο η καρδιά μου σφιγγόταν και νόμιζα πως θα πάθω συγκοπή. Δεν πρόλαβα να κάνω πενήντα μέτρα και με κατέβαλλε πανικός. Έκανα μεταβολή και άρχισα να τρέχω πανικόβλητη προς το σπίτι.
Άκουγα την καρδιά μου να χτυπά τρελά την ώρα που με φόρα έμπαινα στο σπίτι. Ανέβηκα την εσωτερική σκάλα τρέχοντας και εκείνη τη στιγμή μου πέρασε απ’ το μυαλό η ιδέα ότι εκείνος μπορούσε να λείπει και ορκίστηκα στον εαυτό μου να μην αφήσω ποτέ ξανά την απελπισία να με κυριέψει και να μην επιχειρήσω ποτέ κάτι παρόμοιο. Έφτασα στον πάνω όροφο. Θεέ μου, ήταν εκεί. Όρθιος δίπλα στο κρεβάτι με κοίταζε έκπληκτος.
Δεν πρόλαβε να πει τίποτα. Έπεσα στην ανοιχτή του αγκαλιά κλαίγοντας με λυγμούς. Άλλη μια απόπειρα να ξεφύγω από το θηρίο με είχε κάνει να νιώσω το λιγότερο γελοία…
Ετικέτες: Διηγήματα, Μίνα Γκρέκα
Λέει (διότι δεν ξέρουμε αν είναι οντολογικά παρών) ότι διαμένει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη!
An afto sou simvenei. Afto me to thirio... Min anisixeis. Eisai i sizefksi tis kardias sou ke ton fonon sou. Makari kialloi na itan se thesi na ksexorisoun ta dio toso kala.
Τα συναισθηματα που υποτιθεται οτι περιγραφονται, ειναι απλα αραδιασμενες λεξεις χωρις να δημιουργουνε καμια αισθηση.
Ημερολογιακη γραφη με μηδενικες υπονοιες (παρα)λογοτεχνιας.
άλλος από τον αριθμό του ανθρώπου΄΄...
Τελικά το νιώθουν κι άλλοι..
Από τη μία χαίρομαι γι αυτό, από την άλλη...είμαστε τελικά καταδικασμένοι.
Τα σχόλια,σε ό,τι αφορά στο ύφος, τον
τρόπο γραφής κ.λ.π.,τα αφήνω στους ειδικούς συγγραφείς..
Εμένα, απλά, μου άρεσε...
Para tis adynamies tou kai tis asafies, perigrafei arketa kathara ton apolito dixasmo ke tin sighisi tis iroidas metaxi diaisthisis kai anasphaleias .
Apo ti mia exei ola ta simadia pos o anthropos aftos den tis kanei, ap' tin alli antidra spasmodika ke oxi me pliri sinidisi, fevgontas opos-opos mes sti nixta, horis na xerei pou paei, ki akrivos gi' afto to logo ke monon xanagirnaei konta tou!
Haraktiristiki periptosi anasfaleias pou odigei mallon se katastrofi.
Mporei na ginei ena poli kalo keimeno an douleftei, ki ap' oti diavazo kai se alla post,i siggrafeas exei tis dinatotites.
Pros none:
1- Poli ellitistiki apopsi kata tin gnomi mou.Eine ipoxreosi tis koinonias na amoivei tous kallitexnes, aftous toulaxiston pou katapianontai sovara m'afto pou kanoun.
2- O kallitexnis prepei na krinetai ap' tin stigmi pou ektithetai, allios as min ektethei.
H alitheia eine pos prepei kaneis na eine arketa gennaios gia na to kanei afto.
Kalo vradi
χμ... είναι άραγε γενναίος αυτός που δεν έχει παρά μόνο μία επιλογή, αυτή του να εκτεθεί; διότι κάθε καλλιτέχνης είναι καταδικασμένος να εκτίθεται...
μηνάς
Imakollata και 1st omet iklan, ευχαριστώ για τα καλά λόγια...