Δευτέρα, Απριλίου 14, 2008

MΕΡΑΝΥΧΤΑ

του φίλου thouluaga


Escher, Maurits Cornelis
Day and Night
1938

-----------------------------------------------------------------------------------

MΕΡΑΝΥΧΤΑ

Η νύχτα άναψε το φεγγάρι και με γρήγορες αλλά επιδέξιες κινήσεις άπλωσε το πέπλο της. Το σκοτάδι κάλυψε κάθε γωνιά του δρόμου και ένα περίεργο συναίσθημα έχει καταβάλει τους ανθρώπους. Ένα ψυχοπλάκωμα με τη συνοδεία ταχυπαλμίας και ρίγη ανατριχίλας ανά τακτά χρονικά διαστήματα τους έχει κυριεύσει. Σαν κάτι να έχει τσαντίσει τη νύχτα και να έβγαλε τον θυμό της στους ανθρώπους, που έχουν κλειστεί στα σπίτια τους αφού ο φόβος κυκλοφορούσε ανεξέλεγκτος στον αέρα. Κάποια χαχανητά από τη παραλία έσκιζαν τον ιστό της σιωπής που είχε πλέξει η νύχτα και έδιναν μια ευχάριστη νότα στη μονοτονία της.

Ήταν μια παρέα από τρία αγόρια και δυο κορίτσια. Κάθονταν γύρω από τη φωτιά με μπουκάλια αλκοόλ παραμάσχαλα και συζητούσαν με διάθεση ανέμελη.
-«Μα γιατί βρε Αγγελικούλα δεν θες να κάνουμε σεξ στη παραλία;»
-«Γιατί φοβάμαι ότι θα βγει κανένας αστακός και θα μου δαγκώσει τις σάλπιγγες! Ασε με ρε Γιώργο»
-«Χαχαχαχαχαχαχαχαχα!»
-«Άσε που μπορεί να πεταχτεί και κανένας λούτσος από το πουθενά να σε βιάσει!»
-«Χαχαχαχαχαχαχαχαχα!»
-«Γιωργάκη πάλι χυλόπιτα!»
-«Κώστα! Γράψε μια χυλόπιτα στον κύριο!»
-«Είμαι κομμάτια… Αγγελική έχεις στυλό;»
-«Και να είχα, θα τον έβλεπες?»
-«Χαχαχαχαχαχαχα!»
-«Πάντως κάτι έχει η σημερινή νύχτα….»
-«Πω πω είμαι κομμάτια Αμαλία που σπουδάζει ιατρική να μας πει τι έχει η νύχτα»
-«Τς τς τς! Εξυπνάδες …»

Όλα ξεκίνησαν γύρω στις έντεκα. Η μέρα με πολύ ανεβασμένη διάθεση σουλούπωνε το πρωινό σαν μαθητούδι που προετοιμάζεται για το πηγαιμό. Μια γκριμάτσα δυσαρέσκειας βγήκε από το πρωινό αφού πέρναγε τόσο ωραία με τη μέρα και τώρα χρειαζόταν να φύγει. Ένα χάδι της όμως, σαν τρυφερή μητέρα, έφτανε για να μεταμορφώσει τη δυσαρέσκεια σε χαρά. Η πόρτα έκλεισε και η μέρα ξεκίνησε χαρωπή να κάνει τις ετοιμασίες να υποδεχτεί το μεσημέρι. Βάζει περισσότερο φως, καθαρίζει, ταχτοποιεί την εμφάνιση της και το μεσημέρι έφτασε!

-«Μου είπε η νύχτα να σου πω ότι θα έρθει πιο νωρίς σήμερα γιατί χθες έφυγες πιο αργά.»
-«Μπααα! Και γιατί έβαλε εσένα να μου το πεις και δεν μου το είπε η ίδια?»
-«Ήθελε να φτιάξει το μαλλί και να πλέξει το πέπλο της και δεν προλάβαινε»
-«Σκατά στα μούτρα της!»

Αυτό ήταν μια καλή αφορμή για να ζωγραφίσει μια ζοχάδα στην έκφραση της μέρας η οποία έσβηνε κομμάτι κομμάτι τη χαρά της. Τα νεύρα κυριαρχούσαν στην ατμόσφαιρα και το ένα πράγμα έφερε το άλλο. Το μεσημέρι δεν έβλεπε την ώρα για να φύγει και άρχισε να γκρινιάζει, η γκρίνια με τα νεύρα έγιναν σύμμαχοι και το απόγευμα να φωνάζει απ έξω…

«Ανοίχτε ρεεεε!»

Η μέρα μες τον πανικό, τα νεύρα και τη γκρίνια, φιλά βιαστικά στο μάγουλο το μεσημέρι και το πετά από την άλλη πόρτα. Ήταν σίγουρη ότι σαβουριάστηκε άσχημα, αλλά δεν την ένοιαζε και πολύ γιατί η γκρίνια του ήταν ανυπόφορη. Με βιαστικές και γεμάτες νεύρο κινήσεις υποδέχτηκε το απόγευμα με τη χαρά να έχει σχεδόν εξαφανιστεί από πάνω της.

-«Άντε μια ώρα φωνάζω!» είπε το απόγευμα μπαίνοντας με στυλ ψευτόμαγκα, κρατώντας ένα μισοτελειωμένο τσιγάρο.
-«Έλα πολλά λες. Τι είναι αυτό που κρατάς; Πάλι αλητείες έκανες;» είπε η μέρα και σχεδόν το έσπρωξε να το βάλει μέσα.
-«Νευράκια; Νευράκια;»
-«Ναι! Λογαριασμό θα σου δώσω;»
-«Πάλι με τη νύχτα τα χεις; Και αυτή μπουρινιασμένη ήταν μαζί σου. Μάλιστα έπινε κάτι σφηνάκια για να στα πει – λέει - σταράτα. Πω πω γουστάρω! Θα γίνει χαμός!» είπε το απόγευμα και η μέρα πάλι φόρτωσε.
-«Ας έρθει και τα λέμε! Θα τα ακούσει και απ’ τη καλή και απ’ την ανάποδη!»

Φαινόταν ολοκάθαρα ότι τα είχε πάρει άσχημα και οι αφροί που έβγαιναν από τα αυτιά της το επιβεβαίωναν με το παραπάνω. Ήθελε να πει πολλές βαριές κουβέντες, να ξεστομίσει λόγια που θα πόναγαν αλλά δεν το έκανε. Η ανατροφή της δεν το επέτρεπε αν και είχε φτάσει σε ένα σημείο οριακό. Μήπως ήταν η ώρα να πάει να γαμηθεί η ανατροφή της;

Φωνές διέκοψαν τον ειρμό των σκέψεων της και το απόγευμα φώναξε:
-«Ε ρε γλέντια που θα 'χουμε!»
Η νύχτα σε κατάσταση ημιμέθης, με την αποφασιστικότητα να τη διακρίνει ερχόταν να πάρει τη θέση της φωνάζοντας:
-«Ήρθα! Είμαι εδώ! Ώρα να ξεκαθαρίσουμε! Μη κρύβεσαι!»
Η αλήθεια είναι ότι και η νύχτα ήταν τόσο εκνευρισμένη όσο η μέρα. Όσο περισσότερο πλησίαζε τόσο πιο καθαρά διέκρινε κανείς - και σε αυτή - τους αφρούς στα αυτιά της και το απόγευμα να σκάει στα γέλια από την εμφάνιση που είχαν και οι δυο.
-«Χαχαχαχαχα! Ελπίζω να δούμε και κανένα μπουνίδι!» είπε και πηρέ θέση να απολαύσει το θέαμα.
Η μέρα παρ ότι δεν είχε προτάξει κάποιο χέρι, δεν κράδαινε κάποιο αντικείμενο, όμως έδειχνε έτοιμη για σκληρή μάχη, ενώ η νύχτα με πολύ θόρυβο έκανε δυναμική είσοδο και με την αποφασιστικότητα της να είναι στο μάξιμουμ φωνάζει
-«Ήρθα!»
-«Φεύγω!» είπε η μέρα, αρπάζει με γρήγορες κινήσεις το απόγευμα από το χέρι και αρχίζει να απομακρύνεται σχεδόν τρέχοντας.

Πριν προλάβει να αντιδράσει, η μέρα είχε εξαφανιστεί και εκατομμύρια ερωτηματικά απλώθηκαν στο χώρο. Σίγουρα η νύχτα πιάστηκε απροετοίμαστη αφού στεκόταν για αρκετή ώρα ακίνητη προσπαθώντας να δώσει μια εξήγηση για κάθε ερωτηματικό. Γιατί δεν έκατσε η μέρα να την αντιμετωπίσει; Γιατί δεν είπε κάτι; Γιατί έκανε αυτό που δεν περίμενε; Με το σφουγγάρι του μυαλού της έσβηνε ένα ένα τα ερωτηματικά, όμως ήταν τόσα πολλά που προκαλούσαν εκνευρισμό στην νύχτα και μέσα σε όλη τη μανούρα είχε και εκείνα τα χαχανητά της παραλίας που την ενοχλούσαν!

Με τα νεύρα τσατάλια τινάζει ξανά το πέπλο της με περισσότερη δύναμη αυτή τη φορά και τους στέλνει όλους από εκεί που ήρθαν.

Τώρα με περισσότερη ησυχία αλλά και λιγότερο χρόνο συνεχίζει το σβήσιμο των ερωτηματικών με την ίδια ένταση αν και ξέρει ότι δεν θα προλάβει να τα σβήσει όλα γιατί θα πρέπει να φύγει…

Thouluaga

thouluaga@gmail.com

3 Comments:

  1. Count_Zero said...
    Αυτό μου θύμισε λίγο τον σταθμάρχη της σελήνης του Μηνά Ν. Μηλιαρά!
    Μου αρέσουν οι ρεαλιστοκοί διάλογοι του thouluaga, θα ήθελα να έβγαζαν κάπου.
    Ανώνυμος said...
    kalo! m'arese

    tasos
    +ma said...
    Αν θα υπήρχε ο όρος "ρομαντική ευφυία" θα τον χρησιμοποιούσα για να περιγράψω το εύρημα του μεσημεριού και του απογεύματος, που αφήνει να εννοηθεί η μέρα ως μητέρα.

    Αυτό που μου αρέσει στον Thoulouaga και γι'αυτό ανεβάζω κάποια από τα κείμενά του είναι οι ανατροπές, τόσο στην εξέλιξη του διηγήματος, όσο και στο ύφος. Διαβάζεις μια σοβαροφανή παράγραφο και δεν περιμένεις με τίποτα το μπινελίκι που σου σκάει στην επόμενη! lol και μετά, γίνεται υπερβατικός μετατρέποντας ένα ρεαλιστικό διήγημα σε παραμύθι και σε αφήνει έτσι στο τέλος με ένα χαμόγελο. :)

    μηνάς

Post a Comment