Δευτέρα, Μαρτίου 29, 2010

Θεόδωρος Πρίντζης - Η πίπα της Ειρήνης

Στα 16 μου πήδηξα την κόρη του λυκειάρχη. Μεγαλύτερή μου αλλά με γούσταρε πολύ . Το ίδιο καλοκαίρι πήδηξα την ξαδέρφη της που ήρθε από την Αμερική. Τη Φαίη. Ήταν πιο άνετη. Όποτε ήθελε μου το ζητούσε αμέσως. «Τόνιιι , πλιζ …αϊ γουόντ γιου , αϊ λάικ του κις γιορ μποντι … πλιιιιιζ Τόνι.»
Το χειμώνα δεν προλάβαινα πλέον. Πήδηξα μια συμμαθήτρια μου στα αγγλικά . Μετά , την κόρη ενός φίλου του πατέρα μου. Έμειναν μια μέρα πηγαίνοντας για Ιταλία και καταφέραμε να βρούμε μια ολόκληρη ώρα για να το κάνουμε.
Μετά πήδηξα δύο αδερφές που με γούσταραν και οι δύο. Τα κορίτσια με βρίσκουν πολύ σέξι. Εγώ; Απλά είμαι ο εαυτός μου.
Μέχρι τα 18 έκανα σεξ με πολλές . Τα καλοκαίρια γύριζα συχνά με άλλο κορίτσι τα βράδια. Και τότε , ξαφνικά …γνώρισα τη Νάντια.
Πέρασε μία βδομάδα και ήμουν ακόμα μαζί της. Παράξενο σκέφτηκα. Κάτι έπαθε έλεγαν οι γονείς μου. «Κόλλησε» είπαν οι κολλητοί μου. Εγώ εκεί. Νάντια και πάλι Νάντια . Ερχόταν σπίτι . Πήγαινα στο δικό της. Τη γνώρισαν οι γονείς μου . Γνώρισα τους δικούς της. Ο πατέρας της δεν με πάει με τίποτε. Ούτε εγώ τον πάω.
Δεν είχα ακόμη το ΤΤ τότε. Είχα ένα εντούρο . Πηγαίναμε παραλία , βγαίναμε τα βράδια , κάναμε σεξ στην αμμουδιά. Γυρνούσαμε μεθυσμένοι . Κοιμόμαστε σπίτι μου , γιατί στο δικό της ο κέρβερος ο πατέρας της άρχιζε τη γκρίνια. Τον φτύνω. Τον έχω γραμμένο. Θέλω μόνο τη Νάντια και τίποτε άλλο.
Δεν μου είχε ξανασυμβεί αυτό. Ξυπνάμε και κοιμόμαστε μαζί . Φοράει τα ρούχα μου και εγώ τα εσώρουχά της (κάντο όπως ο Μπέκαμ) . Το κάνουμε στο κρεβάτι και αν βρεθούμε στο πάτωμα μπορεί να μας πάρει ο ύπνος εκεί. Γράφω με το μαρκαδόρο λέξεις στο σουτιέν της και εκείνη στα μπόξερ μου. Κάνουμε μαζί ένα τατουάζ που συνεχίζεται στα δύο κορμιά όταν αγκαλιαστούμε. Έχω γνωρίσει πολλά κορίτσια , όμως αυτό που συμβαίνει με τη Νάντια δεν θα τελειώσει ποτέ.
Κι αν χωρίσουμε κάποτε μου λέει πώς θα είναι; Θα παίρνω τον άντρα σου στη δουλειά και θα τον βρίζω . Θα έρχομαι κάτω από το σπίτι σας και θα του κατουράω το αυτοκίνητο. Θα του ξεφουσκώνω τα λάστιχα. Να ,κάτι τέτοια της λέω. Και εγώ μου λέει θα ανεβαίνω στη ταράτσα και θα γράφω βρωμόλογα στα εσώρουχα της γυναίκας σου. Θα είναι μία χοντρή και άσχημη και θα με σκέφτεσαι και θα κλαις.
Θα είναι τόσο άσχημη που δεν θα μπορείς να την πηδήξεις . Θα έχει μια φωνή σαν φώκια. Θα κάνετε δύο χοντρά παιδιά κι αυτή θα μαγειρεύει συνέχεια και θα τα μπουκώνει φαγητό. Δεν θα έχουμε ρούχα στη ταράτσα γιατί θα της πάρω στεγνωτήριο. Λέω. Θα είναι τόσο χοντρή που το αυτοκίνητό σου θα γέρνει προς το μέρος της μου λέει. Ο άντρας σου θα κλάνει . Λέω. Και σένα η δικιά σου θα ρεύεται. Μου λέει. Θα μυρίζουν τα πόδια του , πάλι εγώ . Και αυτηνής ο κώλος της. Και βάζει το χέρι στο στόμα για να κάνει ένα ππρρρρούτσσσςς.
Όμως … ένα βράδυ , έγινε αυτό που φοβόταν όλοι εκτός από μας. Τρακάραμε μεθυσμένοι. Η Νάντια χτύπησε στο μέτωπο και στο γόνατο. Εγώ έπαθα κάτι σοβαρό στη σπονδυλική στήλη. Με χειρούργησαν. Θα μείνω τρεις μήνες ακίνητος στο κρεβάτι για να κολλήσουν οι σπόνδυλοι στη σωστή θέση. Η Νάντια βγήκε σε δύο βδομάδες. Το γόνατο στο γύψο , πατερίτσες και μόλις σηκώθηκε ήρθε αμέσως να με δει. Τα πήρε ο πατέρας της και την επόμενη μέρα ήρθε κι αυτός στο θάλαμο μου. Εγώ ανάσκελα με καθετήρα στο πουλί , πριν μισή ώρα η αποκλειστική νοσοκόμα μου έβαλε μια πάπια να ….ξέρετε …και μετά με σκούπισε και με έπλυνε με ένα βρεγμένο πανί.
Αν την ξανασυναντήσεις ορκίζομαι να σου βγάλω τους ορούς και να σε αφήσω να πεθάνεις. Τον κοίταζα . Τι άλλο να κάνω ; Μόνο κοίταζα. Μη με κοιτάς εμένα έτσι , θα στο κόψω αυτό το ειρωνικό το γελάκι. Ποιο ειρωνικό ; αυτός ξέρει. Τώρα εδώ που είμαι δεν είμαι απλώς ακίνητος είμαι ακινητοποιημένος . Οι γιατροί μου έχουν δέσει τα χέρια και τα πόδια στα κάγκελα του κρεβατιού για να αποφύγουν κάθε πιθανότητα να κινηθώ. Αν έρθει ξανά εδώ η κόρη μου να της πεις ότι χωρίζετε. Καλά τώρα σ’ ακούσαμε . Ναι φίλε μου , ότι πεις , θα χωρίσω .
Στην αρχή πίστεψα ότι θα μείνω παράλυτος. Μετά , κάτι άρχισα να νιώθω «εκεί» κάτω. Έχω ένα μήνα στο κρεβάτι. Ένα ολόκληρο μήνα χωρίς σεξ. Οι αποκλειστικές που με πλένουν , αν «επιμείνουν» λίγο περισσότερο μπορεί και να ανακουφιστώ. Ευτυχώς που μου έβγαλαν τον καθετήρα τις τελευταίες μέρες . Όμως είναι από τις λίγες στιγμές στη ζωή μου που δεν μπορώ να διαχειριστώ το πουλί μου. Ειδικά τον τελευταίο καιρό ,που είναι και ο μοναδικός μου φίλος ,που μου κρατάει αναγκαστικά παρέα , νιώθω πολύ άσχημα να μη μπορώ να τον «βοηθήσω». Του μιλάω , του λέω να κάνει υπομονή , θα σηκωθώ σύντομα και θα αρχίσουμε πάλι το σαφάρι κοριτσιών. Όμως είναι ανυπόμονος. Όπως είμαι γυμνός κάτω από το τεντωμένο σεντόνι και μπορεί να έχουν έρθει οι γονείς μου και να μιλάνε με τον ορθοπεδικό που με χειρούργησε τότε μπορεί να σηκωθεί σαν περισκόπιο προσπαθώντας να έχει εικόνα για το τι γίνεται έξω από το σεντόνι.
Μια μέρα ο γιατρός σηκώνει το σεντόνι για να ενημερώσει τους γονείς μου για την πορεία της επέμβασης και τι να δει. Ένα «εμπάιρ» λίγο πιο κει από την τομή να υψώνεται αγέρωχο προς τον ουρανό. Κατεβάζει το σεντόνι σαν να μη συμβαίνει τίποτε και συνεχίζει την επιστημονική ανάλυση του προβλήματος .
Εγώ όμως υποφέρω. Τι είναι ρε παιδιά; Τίποτε δεν είναι .Τόσες νοσοκόμες, τόσες αποκλειστικές δεν μπορούν να το καταλάβουν ; Με δυο κινήσεις πάνω κάτω και όλα οκ . Είναι τόσο απλό.
Δεν έρχεται και η Νάντια. Δεν την αφήνουν οι δικοί της. Δεν θα σηκωθώ όμως ; Θα σηκωθώ. Και τότε θα την πιάσω και … ένα σαββατοκύριακο θα το κάνουμε συνεχώς. Θα το κάνουμε , θα σηκωνόμαστε να τρώμε , θα πίνουμε καφέ και μετά πάλι στο κρεβάτι. Έγκυο θα την αφήσω. Δίδυμα θα της κάνω . Μόνο να σηκωθώ και μετά δεν με κρατάει τίποτε.
Μια μέρα η Νάντια το σκάει από τους δικούς της και έρχεται να με δει. Πετάω από τη χαρά μου. Δεν θέλω να μου την «παίξει». Θα θελα μια πιπούλα. Μια τόση δα τρυφερή και απαλή πιπούλα. Δηλαδή δεν θα προλάβει να κάνει και πολλά πράγματα , με το που θα με ακουμπήσει η γλωσσίτσα της θα πλημμυρίσω το νοσοκομείο με το καταπιεσμένο σπέρμα μου.
Έρχεται στο κεφάλι μου , με φιλάει με χαϊδεύει , μου πιάνει τα μαλλιά. Νάντια πόσο θα θελα να σε πηδήξω αυτή τη στιγμή. Λύσε μου το ένα χέρι να πιάσω λίγο τον κ..ο σου . Κάτι τέτοια σκέφτομαι τώρα .
«Το ‘σκασα για να σε δω» μου λέει. «Είχα αρχίσει να ανησυχώ» είπα. Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτε άλλο τώρα , μόνο το σεξ. Θέλω να κρυφτούμε κάτω από το κρεβάτι και να το κάνουμε. Τι βασανιστήριο κι αυτό. Λοιπόν θα της πω να έρθει κάποια στιγμή που δεν έχει κόσμο εδώ ναααα … δηλαδή για την ακρίβεια χρειάζομαι επειγόντως μια πίπα.
«Θέλω να σου πω κάτι…» της λέω συνωμοτικά. Πλησιάζει το αυτί της και εκείνη τη στιγμή ανοίγει η πόρτα και μπαίνουν οι γονείς της αναστατωμένοι. «Εδώ είσαι; Γιατί κλείνεις το κινητό; Δεν σου είπαμε να μη ξαναπατήσεις εδώ το πόδι σου; Αυτός ο άνθρωπος είναι επικίνδυνος για σένα.»
Να μη μπορώ τώρα να σηκωθώ και να ρίξω μερικές γροθιές στον πατέρα της. Η Νάντια βάζει τα κλάματα . «Είναι άχρηστος …» λέει ο πατέρας της. «Όταν βγει από δω δεν θα μπορεί ούτε να περπατήσει …» και το λέει «κάπως» με ένα ειρωνικό χαμογελάκι σαν να εννοεί ότι δεν θα μπορεί να πηδήξει. Και η Νάντια κλαίει , κλαίει γοερά το μωρό μου , εδώ δίπλα στο μαξιλάρι μου , κι αυτός ο άκαρδος συνεχίζει να της λέει ,ότι θα μπορούσα να την έχω σκοτώσει και είμαι απερίσκεπτος και επικίνδυνος. Την πλησιάζουν και οι δύο και την πιάνουν μαλακά από τους ώμους για την πάρουν μαζί τους μακριά μου.
«Νάντια , Νάντια φωνάζω με όση δύναμη μου απομένει , θέλω να σου πω…» και σκύβει πάνω μου για να της πω ψιθυριστά το ένοχο μυστικό μου , αυτή τη βρώμικη σκέψη που τυραννάει το μυαλό μου , να εκλιπαρήσω για μία πίπα , μια τελευταία πίπα πριν αυτοί οι ημιάγριοι την πάρουν μακριά μου. Κολλάει το αυτάκι της στο στόμα μου και λέω ψιθυριστά : « Μία πιπούλα , δεν αντέχω άλλο …έχουν γεμίσει τα μπαλάκια μου σπέρμα , μια πιπούλα ,όποτε μπορείς , όποια ώρα είναι εύκολο , θα εκραγούν οι αδένες μου …και θα απελευθερωθούν τα σπερματοζωάρια μου και θα επιτεθούν στις νοσοκόμες , στις γιατρίνες , σε όλες τις γυναίκες που βρίσκονται στο κτίριο και δεν θα γλιτώσει καμία.»
Σκάει ένα πονηρό χαμόγελο με φιλάει και πάνε να φύγουν. «Πες μας τι σου είπε , πες μας» ωρύεται ο πατέρας της. «Πες μας τώρα …» η Νάντια δεν απαντάει κι αυτός με κοιτάζει και λέει «Φονιά , φονιά , δεν θα την ξαναδείς , σου υπόσχομαι να μη την ξαναδείς»
Φεύγουν.
Δεν ξέρω τι ελπίδες έχω μετά από όλα αυτά. Τι να κάνω; Να δοκιμάσω να κάνω καμάκι σε καμία από αυτές που με περιποιούνται. Ρε γαμώτο , τώρα όταν η άλλη σε πλένει μετά από σκ..α ,ξέρετε τι εννοώ , πώς να σε σκεφτεί σεξουαλικά όταν το πρώτο πράγμα που γνωρίζει σε σένα είναι τα σκ…. . Μπαααα ….πήρε άσχημη τροπή αυτή η σκέψη.
Σε ποιόν να το πω ; στους γονείς μου ; στους κολλητούς; Τώρα τελευταίως τους είχα κι αυτούς λίγο γραμμένους λόγω Νάντιας. Κι αν μου φέρουν εδώ καμία σκύλα , καμία λυσσασμένη πόρνη με μεγάλα βυ..α και κάτι χειλάρες έτοιμες να με αρπάξουν ; Κι αν ξενερώσω και δεν ανταποκριθώ. Και μετά αν καθίσει καμία ώρα εδώ αυτή να με «μεταπείσει»; Ρε γαμώτο , πληρωμένο σεξ εγώ; Δεν γίνονται αυτά. Πρώτος και καλύτερος θα με προδώσει «αυτός». Άντε μετά να μπορέσω «του» δώσω το ο.κ. να σηκωθεί για να τελειώνουμε.
Βράδιασε. Κάθομαι στο σκοτάδι και σκέφτομαι. Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Είμαι πιασμένος παντού. Όλο μου το σώμα είναι άκαμπτο από την ακινησία Ακούω κάτι τώρα. Μια σκιά γλιστράει στο δωμάτιο. Μπορεί να έχω και παραισθήσεις . Γυναικεία φιγούρα δείχνει. Πλησιάζει στο κρεβάτι μου. Κάνω ότι κοιμάμαι. Ανασηκώνει το σεντόνι. Δεν αναπνέω. Τα χείλη της με αγγίζουν….
Όταν ήμουν έφηβος , δηλαδή για την ακρίβεια κάπου εκεί στα 12 όταν για πρώτη φορά ένιωσα ότι ερωτεύτηκα κάποια (ας μη δώσω περισσότερα στοιχεία εδώ…) είχα αυτό το φτερούγισμα στο στομάχι , έπιανα τον εαυτό μου να μου κόβεται η αναπνοή όταν την πλησίαζα . Πήγαινα σπίτι της και μετρούσα το ανέβασμα του ασανσέρ με τους χτύπους της καρδιάς. Μετά μεγαλώνοντας , τα κορίτσια με λάτρευαν. Πέρασα πολλές νύχτες με φιλιά και εξομολογήσεις και σεξ . Όμως πάντα είχε την πρωτοβουλία «ο φίλος μου» . Έκανα σεξ «με το σπαθί μου» . Ποτέ δεν κατάφερα να έχω τόσο δυνατά συναισθήματα όσο τότε.
Τώρα , αυτό το βράδυ , ξαπλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου , ίσως περισσότερο μόνος από κάθε άλλη φορά, χωρίς καμία ελπίδα από πουθενά να λυθεί το «πρόβλημά μου» , αυτό το βράδυ , που ούτε να φιλήσω μπορώ , ούτε να χαϊδέψω , ούτε να δω , ούτε να ακούσω τον ψίθυρο , την αναπνοή της γυναίκας , αυτό το βράδυ , εκείνα τα φτερουγίσματα στο στομάχι , εκείνα τα καρδιοχτύπια ξανάρθαν.
Είμαι ξαπλωμένος , ανασαίνω βαριά , το …( πώς να το πω τώρα; Εννοώ αυτό το αόρατο πράγμα που πάλλεται στα σπλάχνα σου όταν πονάς , όταν θυμώνεις , όταν γνωρίζεις καινούρια γυναίκα , όταν έρχεσαι σε οργασμό … ) αυτή η πεταλούδα με την ανεξέλεγκτη κίνηση , «τραβάει» τα κρυμμένα συναισθήματα της πρώτης φοράς στην επιφάνεια και είναι ακριβώς όπως τότε. (τελικά «πεταλούδα» το είπα )
Θέλω να γνωρίσω αυτή τη «σκιά» που με λύτρωσε. Όταν όλα τελειώνουν ανασηκώνεται και κάνει μια κίνηση προς την πόρτα. ‘Όχι , μη , μη φεύγεις σε παρακαλώ. Φωνάζω σαν μέσα σε όνειρο. Έχω ερωτευτεί αυτή τη σκιά , έχω τρελαθεί , έχω ξεχάσει και τη Νάντια , θέλω «αυτά τα χείλη» για πάντα δικά μου.
Στέκεται για λίγο ,με κοιτάζει και τελικά πλησιάζει στο μαξιλάρι μου. Έρχεται πολύ κοντά και ψιθυρίζει ότι ξέρει τον πόνο μου , της το είπε η ίδια η Νάντια και όσο μιλάει , τόσο πονάω και θέλω να κλάψω γιατί είναι …η μητέρα της. (…η καλύτερη μου πίπα μέχρι τότε , για όσους ασχολούνται με στατιστικά )
Θα ήθελε πολύ να μη ξαναδώ την κόρη της . Με παρακαλεί θερμά να μη ψάξω ποτέ να τη βρω. Θα φύγει για σπουδές έξω και όλα θα είναι πιο εύκολα . (μη περιμένετε ερωτήσεις του τύπου «τι θα γίνει με μας όμως;» )
Δεν με ξαναενόχλησαν. Ειδικά ο τρελαμένος ο πατέρας της. Άλλωστε στο θέμα της ειρήνης δόθηκε αυτή η «ινδιάνικη» λύση . Τελικά οι γυναίκες είναι πολύ καλές στην εξωτερική πολιτική. Ξέρουν να σβήνουν φωτιές πριν ακόμα εκδηλωθούν.
Βγήκα από το νοσοκομείο κάποτε. Έψαξα τη Νάντια. Είχα συνηθίσει τόσο πολύ μαζί της που δεν αισθανόμουν ότι «σπάω» εγώ πρώτος τη «συμφωνία» . Δεν με νοιάζουν οι συμφωνίες. Θέλω τη Νάντια.
Δεν τη βρήκα. Από το σπίτι μετακόμισαν. Στη δουλειά του ντάντι της έμαθα πως ζήτησε πριν λίγες μέρες ετήσια άδεια χωρίς αποδοχές . Τη μητέρα της δεν την ξαναείδα.
Μπήκα στη ρουτίνα. Πρώτα πήδηξα μια νοσοκόμα που είχα το κινητό της. Η καλύτερη από τις αποκλειστικές. Μετά μια φίλη της. Στο καφέ που νομίζω πως έχει τον καλύτερο εσπρέσο πήδηξα μια γκαρσόνα με χαμηλοκάβαλο τζιν ως το … ξέρετε τώρα να μη επιμείνω σε περιγραφές. Μια μέρα βρήκα μια συμμαθήτρια από το κολέγιο. Είχε χοντρό κόλλημα μαζί μου και της την έδινε η Νάντια. Με πήδηξε πριν προλάβω να το σκεφτώ. Πήρε σύνταξη ο ταχυδρόμος που πηγαίνει στο γραφείο του ντάντι και τον αντικατέστησε μια νέα κοπέλα . Όταν υπέγραψα το πρώτο συστημένο , μου έδωσε το κινητό της. Μετά μου άρεσε μια κοκκινομάλλα στο τένις. Όταν παντρεύτηκε ο αδερφός μου , ένα κορίτσι στο ντιζάιν προσκλητηρίων μου έδειξε πως τα σχεδιάζει στον υπολογιστή. Ένα πρωί με βλάβη στο αμάξι , η ταξιτζού που με πήγε στο γραφείο με πίεσε να βρεθούμε το βράδυ. Πήγα να αγοράσω πουκάμισο και γραβάτα για το γάμο και η πωλήτρια με στρίμωξε στο δοκιμαστήριο. Πήγα να δω τη μητέρα ενός πελάτη μας στο νοσοκομείο και γνώρισα την κόρη του.
Δεν μπορείτε να πείτε , έχω βελτιωθεί κάπως. Έμαθα να χρησιμοποιώ άλλα ρήματα , δεν ξαναείπα «πήδηξα , πηδάω , πηδιόμαστε…»
Πέρασαν χρόνια . Σήμερα βλέπω τις γυναίκες όχι σαν κλώνους της Νάντιας αλλά σαν «εκπλήξεις» που ανάλογα με το ρίσκο και την υπομονή σου μπορείς να «δρέψεις» χαρά , να κερδίσεις «μπόνους» σε ένα περιβάλλον αγάμητων , να ζήσεις ακραία όταν το επιδιώξεις. Δεν μ’ αρέσει να τις περιγράφω ομαδικά : οι γυναίκες είναι ύπνοι, οι γυναίκες είναι θύματα της εμφάνισης , οι γυναίκες είναι έντομα που ζουν σε μια πληγή , στην πληγή του έρωτα. Θεωρώ κάθε περίπτωση ξεχωριστή και απρόβλεπτη.
Φθάσαμε στο σήμερα. Μια μέρα … συνάντησα τη Νάντια στο δρόμο. Έπεσα πάνω της. Θεέ μου , τι τυχερός που είμαι . Έχουν περάσει μερικά χρόνια όμως. Νάντια ! Μωρό μου. Τόσο καιρό χωρίς εσένα. Νάντια! Την έσφιξα πάνω μου. Αντιστάθηκε για λίγα δευτερόλεπτα. Με αναγνώρισε . Χαλάρωσε. Μετά με έσφιξε και κείνη. Ένα φιλί που δεν φαινόταν να τελειώνει και θα καθυστερούσε περισσότερο … αν η μνήμη μου δεν λειτουργούσε. Μα καλά τι έκανες; Έβαλες γέφυρα στα μπροστινά σου δόντια; Τη ρώτησα. Ναι αλλά δεν το καταλαβαίνει κανείς μου , είπε απορημένα. Εγώ το καταλαβαίνω με τη γλώσσα μου Νάντια.
Πες μου τώρα αμέσως τι άλλες αλλαγές έκανες τόσο καιρό; Ήθελε να συνεχίσει να ρουφάει τα χείλη μου και τη διέκοψα τόσο απότομα για μια γέφυρα. Πες μου Νάντια τι άλλο έκανες; Να … εεε είμαι και λίγο …παντρεμένη ξέρεις . Λίγο ; Πόσο λίγο δηλαδή; (Τι ηλίθιες ερωτήσεις κάνει ο άνθρωπος όταν έχει χάσει επαφή με το χρόνο. Γιατί εγώ εκείνη τη στιγμή ζούσα μερικά χρόνια πιο πριν.)
Έλα τώρα είμαι παντρεμένη και έχω και παιδί . Δεν περίμενα να σε ξαναδώ. Οι γονείς μου με έστειλαν στην Αγγλία για σπουδές. Άκουσαν ότι θα μείνεις ανάπηρος … ότι δεν θα …Μετά έπνιξε ένα λυγμό που ανέβαινε επικίνδυνα στο λαιμό της και σήκωσε το χέρι και μου έδειξε με το δάχτυλο τη μητέρα της με ένα αγοράκι στο καρότσι. Ήταν αρκετά μακριά για να διακρίνω αν μου μοιάζει το παιδί. (…ήμουν ακόμα εκεί εγώ , σε εκείνη τη μακρινή εποχή )
Εσύ ; με ρώτησε . Τι εγώ ; Να όπως με ξέρεις , δεν άλλαξε τίποτε. Πες μου όμως ,πως είναι ο άντρας σου; Είναι χοντρός ; Είναι μπούλης; Είναι μαμόθρεφτος; Τον ξέρω εγώ; Είναι κάποιος που τον γνωρίζαμε; Όχι . Είναι ένας συμφοιτητής μου από το πανεπιστήμιο.
Θέλω το κινητό σου , λέω. Εγώ θα γράψω το δικό σου και δε θα πάρεις , θα σε πάρω εγώ μου λέει. Γυρίσαμε και κοιτάξαμε και οι δύο μαζί τη μητέρα της που δεν μπορούσε να διακρίνει με ποιον μιλούσε η κόρη της.
Με πήρε στο τηλέφωνο μετά από δύο μέρες. Συναντηθήκαμε και την πήρα με το αμάξι. Πήγαμε παραλία. Το κάναμε στο αυτοκίνητο. Είχε ρυθμίσει την υπενθύμιση στο κινητό. Μία ώρα και είκοσι λεπτά από τη στιγμή του ραντεβού χτύπησε. Πρέπει να φύγει. Πότε θα ξαναβρεθούμε; Θα με πάρει εκείνη. Με ξαναπήρε σε λίγες μέρες. Είμαστε κάπως αλλιώς ξέρετε . Έχουμε φορτώσει και οι δύο εμπειρίες στο σκληρό μας. Κάνει πολύ καλή πίπα , αν και θα ΄θελε να δοκιμάζαμε κανένα 69 αλλά δεν βολεύει στο αυτοκίνητο.
«69 : η καλύτερη αντισύλληψη για τις γόνιμες μέρες» είπε. Της το έμαθε ένας συμφοιτητής της που μου έμοιαζε . Εγώ πάλι φιλάω κάπως αλλιώς. Ποια μου το ‘μαθε αυτό ; Δεν θυμάμαι. Όταν έχει περίοδο θέλει από …. ξέρετε τώρα , αυτή τη στάση που αν δεν… τότε δεν θεωρείται ολοκληρωμένο κανένα πορνό φιλμ. Τέλος πάντων , λεπτομέρειες τώρα , το θέμα είναι ότι περνάμε καλά. Είναι μια κατάσταση σαν να κάνουμε το χόμπι μας.
Πρώτη φορά είμαι με γυναίκα και δεν σκέφτομαι ευθύνες , προοπτικές , σκοπιμότητες. Δεν υπάρχει παράλληλη σκέψη στον επεξεργαστή μου , στη «ραμ» μου τρέχει μόνο η Νάντια και τίποτε άλλο.
Δεν με απασχολεί : «τι κάνουμε εδώ τώρα ;» Δεν απαντάω σ’ αυτή την ερώτηση. Μάλλον ενώνουμε το κομμένο νήμα. Και είναι πολύ λεπτή δουλειά σας πληροφορώ. Δεν έχω την αίσθηση της αρπαχτής . Δεν με φτιάχνει η ιδέα μερικών ασφαλών και εξασφαλισμένων πηδημάτων. Δεν ξέρω αν απλά μου αρέσει το σεξ μαζί της ή αν βιώνω και πάλι την εφηβεία μου. Το σίγουρο είναι ότι με καμία γυναίκα δεν έχω περάσει τέτοιες στιγμές όπως με τη Νάντια τώρα.
Είναι ας πούμε πολύ «πρωτότυπο» να ξέρεις τόσο καλά μια γυναίκα , να είσαι σίγουρος πως την αγαπάς και σ’ αγαπάει και εκείνη , να τη συναντάς τόσο απλά . Ίσως τώρα που το ξανασκέφτομαι , ίσως λέω να κάνουμε ένα τεστ , αν έχουμε αλλάξει , αν θέλουμε να ζήσουμε μαζί, αν είναι ακόμα τόσο δυνατό αυτό που νιώθαμε κάποτε.
Αν θελήσω να μιλήσω για τον έρωτα , να πω αυτά τα ποιητικά που διαβάζω γύρω μου καθημερινά , μάλλον θα «ξεφύγω» για λίγο , για να πω ότι είναι κάτι που το χρωστάς στο εαυτό σου. Ναι , καθένας δικαιούται μια συνάντηση με το παρελθόν. «Θέλω μια συνάντηση με τη γυναίκα που ερωτεύτηκα κάποτε» αυτό πρέπει να υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού μας, γιατί είναι μια αξεπέραστη εμπειρία .
Όμως δεν είναι ακριβώς έτσι. Είμαστε εμείς, είμαστε μαζί , αλλά δεν είμαστε όπως πριν. Αυτό που ζούμε τώρα αρχίζει να γίνεται μια ερωτική παρωδία. Αν δεν είχαμε χαθεί θα είχαμε βαρεθεί; Ίσως. Θα χωρίζαμε κάποια στιγμή; Ή θα είχαμε δύο πιτσιρίκια και θα «τρέχαμε» όπως όλα τα ζευγάρια; Πάντως δέκα χρόνια χωρίς τη Νάντια είναι πολλά . Είμαι 28 . Σκέφτομαι ότι εμείς οι δύο αυτή τη στιγμή βιώνουμε ένα είδωλο του έρωτά μας. Υπάρχει η επιθυμία και το ανεκπλήρωτο που ζητάνε να ικανοποιηθούν. Και μετά ; και μετά τι ;
Πώς νοιώθει η Νάντια ; Λέει ότι της αρέσει αυτό που μας συμβαίνει. Πώς νοιώθω εγώ; Είναι αυτό που είπα πριν : το είδωλο. Είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα σε όλους τους τομείς : προσπαθούν να σου πουλήσουν την πόρσε που οδηγούσε ο Τζέιμς Ντην για να νιώσεις κάπως … σαν αυτόν ας πούμε . Και εσύ τελικά το καταπίνεις και συμμετέχεις στο ψέμα. Χιλιάδες πράγματα γίνονται γύρω μας και είναι αντίγραφα προτύπων. Πας στο ξενοδοχείο που έμενε η Μαντόνα , κοιμάσαι στο κρεβάτι που κοιμόταν ο Μόρισον , τρως το πρωινό όπως ο Χέμινγουεη .
Πώς νοιώθεις Νάντια; Επιμένω . Πες μου πώς με βλέπεις; Δεν ξέρω τι σκέφτεσαι , αλλά εγώ αισθάνομαι μαζί σου σαν να μη άλλαξε τίποτε μεταξύ μας λέει. Θα χωρίσεις μ’ αυτόν; Μα γιατί; δεν περνάμε καλά έτσι; Νάντια σε θέλω κατάδική μου όπως τότε. Δική σου είμαι αλλά δεν μπορώ να χωρίσω. Γιατί , γιατί Νάντια; Μα είναι και το παιδί , δεν καταλαβαίνεις , δεν μπορώ να του στερήσω τον πατέρα του. Το παιδί , το παιδί , γαμώτο το παιδί , γαμώτο μου.
Γιατί να μη σε συναντήσω 3 χρόνια νωρίτερα; Δεν θα υπήρχε παιδί , δεν θα καταλαβαίναμε ότι χωρίσαμε για 10 ολόκληρα χρόνια. Νάντια σε θέλω , θέλω το κορμί σου , θέλω τη γλώσσα σου στο στόμα μου , θέλω τα παιχνίδια που κάναμε , θέλω να κοιμάμαι μαζί σου τα βράδια , Νάντια δεν μπορεί να κοιμάσαι μ’ αυτόν. Αυτά σκέφτομαι και θα κάνω καμία μα….α.
Τι μ’ έχει πιάσει ρε γαμώτο; Νομίζω πως αυτό που βιώνω είναι ψεύτικο. Τόσες εμπειρίες , τόσα κορίτσια και είμαι κολλημένος εκεί . Στο μυαλό μου υπάρχει καρφωμένο «το είδωλο». Μια πλαστική Νάντια συναντάω , μια Νάντια που την αγόρασα προχθές , από πολυκατάστημα , την έφερα σπίτι μμμμμμ… όχι, όχι φίλε δεν έχει έρθει ακόμα σπίτι, στο αυτοκίνητο την έχω.
Το ξέρω πως κάποιοι φίλοι μου θα έκαναν οτιδήποτε για να βιώσουν κάτι τέτοιο. Ιδανικές συνθήκες , μια Ναντια δική σου και ξένη , μια Νάντια για λίγο και για όλα, να λιώνει στα χέρια σου αλλά να «μη σου κολλάει» σα λιωμένο παγωτό . Όμως κάτι λείπει. Θέλω αυτό που έχασα , θέλω το εφηβικό μου «κάρμα»… όχι , όχι δεν θα το πω έτσι , θέλω το κορίτσι μου και όχι μια μητέρα που σκέφτεται τον σύζυγο και το παιδί της.
Το αποφάσισα. Νάντια χωρίζουμε. Βρεθήκαμε , μια φορά ακόμη και της το είπα. Χ-ω-ρ-ί-ζ-ου-μ-ε. Έκλαψε , έκλαψε πολύ , ίσως πολύ περισσότερο και από τότε που είχαμε χαθεί. Με κοίταξε κλαίγοντας. Με ρώτησε αν … δηλαδή αν θα μπορούσαμε ποτέ να ξαναβρεθούμε , αν θα μπορούμε να μιλάμε , να πίνουμε ένα καφέ ίσως ; όχι Νάντια , φύγε, δεν θέλω τίποτε από σένα. Μάλλον δεν έπρεπε να σε έχω συναντήσει ξανά. Φύγε Νάντια και ας πούμε ότι δεν έχουμε συναντηθεί ακόμη. Μα ένα τηλέφωνο ίσως , κάτι , μια αναπάντητη για να ξέρεις ότι σε σκέφτομαι ; Όχι , κατηγορηματικά όχι.
Κάθομαι μερικές μέρες μόνος. Μετά; Μετά πήδηξα τη μπέιμπι σίτερ ενός φιλικού ζευγαριού. Το σαββατοκύριακο πήγα με το ντάντι για μπριτζ. Εκεί γνώρισα την κόρη ενός άλλου παίκτη που δεν μπορούσε να κρύψει την αβάσταχτη βαρεμάρα της για το μπριτζ. Δεν μπορείς να το κρύψεις της είπα. Γενικά δεν κρύβω αυτό που νιώθω είπε. Θες να μου δείξεις τα … σου; Καταλάβατε τι. Δεν θα σου τα κρύψω , είπε. Πήγα στο τένις , πήγα για ιστιοπλοΐα , πήγα για σκι. Κάθε γυναίκα που γνωρίζω τώρα είναι κλώνος της Νάντιας. Τις μισώ. Νομίζω πως είναι ίδιες. Όλες νομίζουν την αγάπη λούτρινο αρκουδάκι σε θερμοκρασία ανθρώπου.
Μου έκανε μια αναπάντητη η Νάντια. Αχώνευτη γκόμενα πώς την πάτησα μαζί σου ,σκέφτηκα. Πάλι αναπάντητη. Δεν με νοιάζει. Τώρα με καλεί και το αφήνω να χτυπάει ώρα. Πατάω γες. Τι θες; Δεν σου είπα να μη με ξαναπάρεις; Θέλω να βρεθούμε. Δεν θέλω εγώ. Θέλω να μιλήσουμε σου λέω. Να πούμε τι Νάντια; Να μιλήσουμε για μας. Οκ . Θα σ ακούσω και μετά κχχχχκκκ …κομμένο , οκ; Γιου νόου ;
Βρεθήκαμε . Πολύ κλάμα . Πολλά δάκρυα. Περίμενα αυτή τη στιγμή χρόνια ,είπε. Προσπαθούσα να σε ξεχάσω για να μη υποφέρω ,συνεχίζει κλαίγοντας . Τώρα τι θες Νάντια ; Μίλα μου για τώρα . Τι θες; Είναι δύσκολο να ζήσω χωρίς το παιδί , είναι κομμάτι από τον εαυτό μου. Τον άντρα μου μπορώ να τον χωρίσω αλλά το παιδί … δεν μπορώ χωρίς το παιδί . Εδώ να δείτε δάκρυα. Κατακλυσμός. Μη είσαι τόσο ψυχρός , μη με κοιτάζεις μ αυτό το βλέμμα. Δεν μπορεί να άλλαξες τόσο. Εσύ είσαι , πάντα εσύ θα είσαι. Στο ξαναλέω θα χωρίσω για να ζούμε μαζί ,αλλά δεν μπορώ χωρίς το παιδί μου. Δεν γίνεται ούτε με υαλοκαθαριστήρες , ούτε με κλιματισμό να στεγνώσουμε εδώ μέσα. Πόσο μπορεί να κλάψει μια γυναίκα; Θέλω να τη σπρώξω να βγει από το αυτοκίνητο και να φύγω. Δεν μπορεί να έχω «αντίπαλο» ένα πλασματάκι τόσο δα. Πού να σε πάω τώρα; λέω ανόρεχτα. Δεν θα μου πεις τι θα γίνει με μας; Πρέπει να σκεφτώ ,της είπα κουρασμένα.
Σκέφτηκα. Αλλά δεν …αποφάσισα. Με ξαναπήρε. Βρεθήκαμε . Το κάναμε. Βρισκόμαστε μια φορά τη βδομάδα , μπορεί και δύο. Μιλάμε ,κάνουμε σεξ , μου λέει για το παιδί , για τη ζωή της , ακούω ακόμα και τα πανεπιστημιακά γκομενικά της και τις εμπειρίες της . Σκεφτόμαστε ξέρετε να … νοικιάσουμε ένα χώρο για μας.
Είμαι με τη Νάντια ξανά και είμαι κάπως αλλιώς. Όταν λέω αλλιώς εννοώ «αλλιώς» και από τις προηγούμενες μέρες.
Γνωρίζω κορίτσια . Προχθές πήδηξα τη γραμματέα του οδοντίατρου της μητέρας μου. Τη συνόδευσα ως εκεί γιατί αγχώνεται ακόμα και όταν κάνει τσεκαπ. Βρήκα την ευκαιρία να μιλήσω μαζί της ,όταν ο γιατρός εξέταζε τη μάμι.
Δεν ξέρω τι άλλο να σας πω. Νομίζω πως αφομοιώνω αυτή την περίεργη αίσθηση που έχω με τη Νάντια.
Αυτά ! Είμαι κάπως …αμήχανος . Θέλει να ρωτήσει κανείς κάτι;
Μόνο μη ρωτήσετε για τη μητέρα της. Οκ; Όταν υπογράφονται συνθήκες ειρήνης , οι πρωταγωνιστές παρά την επισημότητα και την τελετουργία , συνήθως στο τέλος σκέφτονται το ίδιο πράγμα : «Ουφ πάει κι αυτό».

0 Comments:

Post a Comment