Δευτέρα, Απριλίου 16, 2007
Στην Κ.
- ΑΦΗΓΗΜΑ -
Χρήστος Σιδερής
Ο ήλιος βυθίζεται πίσω από τις λοφοπλαγιές της Πάρου. Πυκνό πούσι σκεπάζει την ανατολική πλευρά του νησιού, στο σημείο που υπολογίζω ότι βρίσκεται η Νάουσα. «Τι σκαρώνει καμιά φορά η φύση!» συλλογιέμαι βάζοντας,, πίσω από αυτή τη σκέψη/φράση, περισσότερα θαυμαστικά από όσα επιτρέπουν οι γραμματικοί κανόνες. Κάθομαι σε ένα μικρό παγκάκι της παραλιακής. Θα προτιμούσα ένα από τα ημικυκλικά που έχουν και πλάτη αλλά είναι όλα γεμάτα σκουπίδια από διαβάτες χωρίς ιδιαίτερες οικολογικές ανησυχίες.
Ένας τύπος που κάθισε στο διπλανό παγκάκι μου αποσπά τη προσοχή. Δεν ξέρω πώς να τον αποκαλέσω: Τρελό, Χαζό, Σαλεμένο, Άλογο, Βλαμμένο ή μήπως να χρησιμοποιήσω τα τοπικά ιδιώματα, να τον ονομάσω δηλαδή: Λωλό ή Ζαβό. Σηκώνεται, προχωρά παράλληλα με τον δρόμο, τον διασχίζει, επιστέφει προς το μέρος μου, κοντοστέκεται. Καθώς βαδίζει το κεφάλι του γέρνει αριστερά και έπειτα δεξιά, ενώ τα χέρια του επιδίδονται σε ανεξήγητες φιγούρες, σα να έχουν δική τους θέληση. Μερικές φορές βγάζει παράξενους ήχους, σαν μουγκρητά, άλλοτε λυπημένους, άλλοτε θυμωμένους, άλλοτε γεμάτους ενθουσιασμό.
Άραγε είναι ο τρελός του χωριού; Δεν θεωρώ πιθανόν η Χώρα να έχει μόνο έναν τρελό. Τα παλιά χρόνια, οι εντόπιοι της ορεινής Νάξου λέγανε, προς χάριν αστεϊσμού, ότι όταν ο θεός έριχνε τρελούς έριξε από ένα σε κάθε χωριό και όσους περίσσεψαν τους έριξε στο Σκαδό. Αυτό βέβαια ήταν και μία μομφή που στρεφόταν ενάντια σε μία συγκεκριμένη κοινότητα. Δεν γνωρίζω αν εμπεριέχει ψήγματα πραγματικότητας. Το κάθε χωριό άλλωστε, χρεώνεται με παρόμοιες μομφές από τα έτερα χωριά: Βοθριάτες, Σκυμμένοι, Βαραββάδες, Ζαβοί, Κλέφτες, Κανίβαλοι, Νηστικοί, Ξυπόλητοι, Ξένοι και πολλοί ακόμα μειωτικοί χαρακτηρισμοί υπεισέρχονται στην τοπική φρασεολογία για να εκφράσουν αντιπαρατιθέμενες τοπικότητες. Έκτοτε, πολλοί κάτοικοι των ορεινών κοινοτήτων μετακινήθηκαν προς την Χώρα και νομίζω ότι είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι μετέφεραν μαζί τις τοπικότητες αλλά και τους τρελούς τους. Σε ότι αφορά αυτούς τους δεύτερους πάντως και προς το παρόν, δεν βλέπω κανέναν άλλο εδώ γύρω. Ίσως τους κρύβουν αλλά δεν μπορώ να είμαι σίγουρος.
Προσπαθώ να τον παρατηρώ όσο πιο διακριτικά μπορώ. Δεν θέλω να του κινήσω την προσοχή, δεν είμαι καθόλου βέβαιος τι θα κάνει σε αυτή τη περίπτωση και δεν έχω καμία όρεξη να μάθω. Είναι μετρίου αναστήματος, με παραδοσιακή Ναξιώτικη κοιλάρα, έχει κοκκινωπά μαλλιά μόνο στα πλάγια και το πίσω μέρος του κεφαλιού, κοντοκουρεμένα και παχύ μουστάκι ιδίου χρώματος. Φοράει καφεάσπρα δερμάτινα παπούτσια με κρεπ σόλες, υφασμάτινο κρεμ παντελόνι με εξωτερικές τσέπες και μια γκρι λερωμένη φανέλα. Αυτός είναι ο Λωλός….. Ο Λωλός μου, μιας και κάθομαι και τον παρατηρώ. Ένα προσωρινό, έστω μελαγχολικό, απάγκιο από τις αμφίθυμες σκέψεις που κατακλύζουν τις τελευταίες μέρες το μυαλό μου!
Αναρωτιέμαι τι να σκέπτεται. Δεν μπορώ βέβαια να τον ρωτήσω. Ακόμα και αν είχα το απαιτούμενο θάρρος και αναίδεια να κάνω κάτι τέτοιο, το πιθανότερο είναι να μου απαντήσει με ένα θυμωμένο μουγκρητό. Δεν μπορώ λοιπόν παρά να αναρωτιέμαι γι αυτόν. Αναρωτιέμαι πως είναι φτιαγμένος ο κόσμος του, η δική του πραγματικότητα. Τον παρατηρώ να περιφέρεται, να βολτάρει αγνοώντας παντελώς τους άλλους διαβάτες. Είμαστε άραγε σκιές; Ο κόσμος του, είναι πιο πλήρης ή μήπως ελλειπτικότερος του εμού-οικείου αντιστοίχου του; Δεν παίρνω απάντηση. Από ποιον άλλωστε; Ίσως πρέπει να κατασκευάσω μία. Ή ίσως δύο, ή ακόμα περισσότερες. Ναι! Ίσως πρέπει να τον κατασκευάσω από την αρχή. Αυτό θα κάνω, θα τον τυλίξω σε μερικές κόλες χαρτί και θα τον κατασκευάσω όπως εγώ θέλω. Τέρμα η παρατήρηση.
Αστειεύομαι……
Εξαφανίζεται πίσω από ένα περίπτερο. Τον χάνω από τα μάτια μου. Ας είναι. Ίσως είναι καλύτερα να βυθιστώ στα γνωστά μου αδιέξοδα, να απολαύσω την αμφιθυμία που μου προκαλεί η επερχόμενη αναχώρηση από το νησί με ότι αυτή συνεπάγεται.
Κι όμως! Ξαναέρχεται προς το μέρος μου Κρατάει ένα αντικείμενο του κόσμου μας! Μια πορτοκαλάδα κουτάκι, χωρίς ανθρακικό. Χριστέ μου! Αποφεύγει τα αυτοκίνητα. Βαδίζει στο πλάι του οδοστρώματος, κοντοστέκεται, τραβάει μια ρουφηξιά με φανερή απόλαυση, με προσπερνάει, διασχίζει το οδόστρωμα, κάνει μεταβολή και -έπειτα από ένα στιγμιαίο δισταγμό- κάθεται στο ίδιο παγκάκι δίπλα μου.
Ω ναι! Πραγματικά απολαμβάνει το αναψυκτικό του! Σαν τα παιδιά…..
Νομίζω ότι κατέληξα σε ένα συμπέρασμα. Ο κόσμος του, δεν είναι πολύ διαφορετικός από τον δικό μας. Έχει αυτοκίνητα και δρόμους, έχει παγκάκια, έχει περίπτερα και πορτοκαλάδες χωρίς ανθρακικό, έχει καλαμάκια, έχει δερμάτινα παπούτσια με κρεπ σόλα, υφασμάτινα παντελόνια, έχει λερωμένες φανέλες και μουστάκια. Όμως, αν είναι έτσι, τι είναι εκείνο που κάνει τον δικό του κόσμο κατά προέκταση την δική του συμπεριφορά τόσο διαφορετική από τη δική μας; Τι είναι εκείνο που με ωθεί να τον αποκαλώ Λωλό;
Σηκώνεται. Δεν έχει τελειώσει ακόμα την πορτοκαλάδα του. Κρατώντας την σφιχτά ξεμακραίνει, κοντοστέκεται, κάνει μεταβολή, μουγκρίζει διφορούμενα, γυρίζει δεξιά, αριστερά, μπρος και πίσω, σαν μυρμήγκι που έχει χάσει τον προσανατολισμό του, πάντα κρατώντας σφιχτά την πορτοκαλάδα με ανθρακικό. Που θέλει να πάει άραγε; Ή μήπως δεν έχει τέτοιο σκοπό; Χμμμ, ίσως απλά κάνει την βόλτα του ο άνθρωπος κι εγώ ο αργόσχολος, ο φαύλος, τον βαφτίζω Λωλό και περνάω την συμπεριφορά του από μικροσκόπιο προσπαθώντας να την ερμηνεύσω.
Μα που είναι τώρα; Τον έχασα! Πάει, έφυγε. Που να πήγε άραγε; Είμαι πραγματικά περίεργος να δω τι θα έκανε με το κουτάκι της πορτοκαλάδας. Το πέταξε άραγε στο καλάθι σαν καλό ενσυνείδητο παιδί; Μήπως το αμόλησε όπου βρήκε στο δρόμο ή ακόμα χειρότερα στο κεφάλι ενός διαβάτη;
Τον έχασα γαμώτο, χάθηκε οριστικά. Πώς να εκφράσω τώρα την απογοήτευση μου; Ποιοι εφηύραν τους γραμματικούς κανόνες; Πρόβλεψαν ένα χαριτωμένο θαυμαστικό για μία ετερόκλητη ποικιλία συναισθημάτων και ένιψαν τας χείρας των. Παράτησαν τα συναισθήματα, τα άφησαν δίχως συμβολικούς εκπροσώπους, τα ευνούχισαν αναγκάζοντας μας να επιδιδόμαστε σε ανούσιες περιφράσεις, την μέθοδο του Προκρούστη. Αλλά ας τους αφήσω αυτούς.
Έχασα τον Λωλό. Και το σφάλμα είναι αποκλειστικά δικό μου. Την ώρα που εκείνος εξαφανιζόταν μυστηριωδώς εγώ έγραφα. Μάλιστα! Την ώρα που εκείνος κινούταν, εγώ έγραφα και έγραφα γι αυτόν, χωρίς να τον παρατηρώ! Ο πραγματικός Λωλός δρούσε στον ενδιάμεσο κόσμο κι εγώ ερμήνευα τον φαντασιακό Λωλό στον δικό μας κόσμο. Και τώρα πάσχω φανερά από έλλειψη στοιχείων. Δεν αρκεί πια να ερμηνεύσω. Όχι, αυτό δεν είναι αρκετό. Πρέπει να τον κατασκευάσω. Θα τον κατασκευάσω και έπειτα δεν θα αρκεστώ στην σεμνότητα της ερμηνείας, θα σας τον σερβίρω σαν πραγματικό! Ναι! Αυτό θα κάνω.
Θυμάσαι εκείνο τον τελευταίο μας φοβερό καβγά; Μα τι λέω! Και βέβαια θυμάσαι. Άλλωστε έκανες χρόνια να μου ξαναμιλήσεις. Μα, δεν έχουμε μιλήσει καθόλου έκτοτε! Πρέπει να θυμάσαι.
Συζητούσαμε τότε για την δουλειά σου με άτομα με νοητικά προβλήματα και εγώ σου είπα ότι πίστευα στην ευθανασία βρεφών που παρουσιάζουν ανίατα προβλήματα νοητικής στέρησης ή σωματικές καχεξίες, ναι βέβαια, όπως είπες και εσύ αηδιασμένη, την λύση του Καιάδα. Και τότε έγινες θύελλα και με κατακεραύνωσες με τα λόγια και τα μάτια σου. Και μετά έφυγες χωρίς ποτέ να επιστρέψεις, τόσος ήταν ο εκνευρισμός σου. Ξέρω, θα πεις ότι τότε ήταν άλλες εποχές. Σήμερα η πολιτισμένη Δύση σέβεται την ανθρώπινη ζωή. Ναι, το καταλαβαίνω αυτό. Κι όμως τα δισεκατομμύρια που ξοδεύονται γι αυτά τα άτομα θα μπορούσαν να σώσουν πολλαπλάσιες ζωές υγιών, μέχρι πρότινος, ανθρώπων, παιδιών με κοιλιές που τυμπανίζουν από την πείνα, ανθρώπων που πεθαίνουν από μολυσματικές ασθένειες λόγω άγνοιας, αυτοί που βαφτίζουν το AIDS μαγεία. Ή μήπως αυτοί δεν είναι άνθρωποι; Μήπως ο πολιτισμός μας περιορίζεται στη γειτονιά μας και αυτούς «γάμησε τους»;
Μην σου κάνει εντύπωση ότι χρησιμοποιώ το «μας» αντί για το «σας». Από φέτος γίναμε και εμείς ανεπτυγμένη χώρα! Μέχρι πέρυσι ήμασταν υπό ανάπτυξη και με τη βούλα της Παγκόσμιας Τράπεζας αλλά από φέτος ….. Μεγαλεία! Αλήθεια, τώρα που εμείς γίναμε σαν και εσάς, σε νιώθω πολύ πιο κοντά τώρα, παρόλο που εσύ βρίσκεσαι στη Βιέννη και εγώ στη Νάξο.
Αλλά τι λέω τώρα; Ας επιστρέψω στον Λωλό μου, που δεν είναι βέβαια καθόλου μα καθόλου βρέφος και αν δεν με ξεγελάει το μάτι μου θα έχει πατημένα τα σαράντα. Σίγουρα, αυτόν δεν μπορούμε να τον σκοτώσουμε, να του κάνουμε ευθανασία. Όχι, είναι μεγάλος πια. Μπορούμε μόνο να προσευχόμαστε να πεθάνει. Όχι εμείς βέβαια. Αυτοί που τον φροντίζουν, αυτοί που καθημερινά τον ντύνουν, τον ταΐζουν, του κάνουν μπάνιο. Μπορεί ακόμα να φωνάζει μέσα από την τουαλέτα την μητέρα του να πάει να τον σκουπίσει! Πόσο δύσκολο πρέπει να είναι να φροντίζεις ένα μεγάλο μωρό! Τι νιώθουν άραγε αυτοί; Τον αγαπούν ή προσεύχονται κάθε μέρα να τους απαλλάξει ο θεός από αυτό το «βάρος», όπως κάναμε και εμείς με την θεία μου που είχε πάθει εγκεφαλικό και τα είχε χάσει. Όμως ο θεός δεν έκανε το καθήκον του και η θεία τους βασάνισε για χρόνια, όπως βασάνισαν οι κατάκοιτοι για χρόνια γονείς της, τη μητέρα μου. Τέτοια είναι τα ερωτηματικά που βασανίζουν το μυαλό μου. Και να πεις ότι δεν αγαπούσα την γιαγιά μου ας πούμε. Το αντίθετο. Νομίζω ότι έχει γίνει ο φύλακας άγγελος μου από εκεί που βρίσκεται. Μέχρι το τέλος της εμένα σκεπτόταν. Εμένα, να σώσει εμένα από τα νερά που έβλεπε να πλημμυρίζουν το σπίτι. «Τον Χρήστο, τον Χρηστάκη» φώναζε υστερικά στην μητέρα μου. «Εδώ είναι το παιδί, μπροστά σου» απαντούσε αυτή μα η γιαγιά επέμενε «Το παιδί, να σώσουμε το παιδί». Αυτή ήταν η γιαγιά μου. Άλλωστε έχω και το όνομα της. Χρυσούλα, Χρήστος! Τι καλός άνθρωπος θεέ μου! Κι όμως, κατάκοιτη, να κάνει τις ανάγκες της σε ένα δοχείο νυκτός που έχωνε η μητέρα μου κάτω από τη καρέκλα αφού πρώτα καταφέρναμε να την σηκώσουμε ελαφρά, ένας άνθρωπος που μεγάλωσε και γαλούχησε πέντε παιδιά, ένας άνθρωπος που ανέχτηκε για περισσότερα από πενήντα χρόνια έναν από τους πιο δύστροπους άντρες που έχω γνωρίσει (τον παππού), ένας άνθρωπος που περιέβαλε τους πάντες με αγάπη. Και εμείς, παρακαλούσαμε τον θεό να την λυτρώσει!
Σάμπως το ίδιο δεν συνέβη και με την Γερμανίδα φίλη μας. Η Λίλο. Από τους πιο ζωντανούς και ενδιαφέροντες ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Άνθρωπος με το Α κεφαλαίο, ατρόμητη, αγέρωχη! Η ψυχή της παρέας και του κεφιού. Τα μεστωμένα ποτήρια κρασί, τα τσιγάρα που διαδέχονταν το ένα το άλλο, το κέφι, η χαρά, το τραγούδι και ο χορός. Υπέροχη! Κι έπειτα ήρθε ο καρκίνος, πιο ατρόμητος από εκείνη και ασταμάτητος. Και το μνημείο χαράς μετατράπηκε σε μνημείο θλίψης. Η αισιοδοξία αντικαταστάθηκε από μοιρολατρία και όταν η ελπίδα εξέλιπε, τα δύο τελευταία χρόνια δεν έβλεπες παρά μια μούμια, αυτού που κάποτε θαύμαζες. Και ευχόσουν, να λυτρωθεί όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Από τους ανθρώπους που χάθηκαν πρόωρα, μόνο Εκείνος ο απίστευτος άνθρωπος με εντυπωσίασε. Ο Κώστας, ο θείος Κώστας. Είχε μεγάλη καρδιά Εκείνος, λιονταρίσια! ‘Ήταν ημίθεος κι ας τον κατέβαλε κι αυτόν ο θεός καρκίνος. Έδωσε την μάχη του και κρατήθηκε μέχρι τέλους. Δεν ήμασταν εμείς που δίναμε κουράγιο σε Αυτόν αλλά Αυτός σε εμάς! Τέτοιος άνθρωπος ήταν! Γι Αυτόν ποτέ δεν είπαμε «ας τον λυτρώσει ο θεός». Ποτέ. Ίσως επειδή δεν είχε την ανάγκη μας μέχρι το τέλος ή μπορεί να την είχε αλλά ποτέ δεν την ζήτησε. Ίσως επειδή η δύναμη Του ήταν Τιτάνια κι εμείς δεν είχαμε δύναμη να βοηθήσουμε έναν Τιτάνα να σηκωθεί. Είμαστε πολύ μικροί και αδύναμοι. Αυτό ήμασταν. Μα τι με έχει πιάσει και σου γράφω για αγαπημένους αποθαμένους;
Δεν μπορώ να συνεχίσω σήμερα. Κομπιάζουν οι λέξεις, μα πιάνω τον εαυτό μου να σχηματίζει με αυτές στενάχωρες φράσεις. Φράσεις που σφάζουν σαν λεπίδες ακονισμένες στη σμύριδα. Άλλα μέχρι εδώ.
Σήμερα κάθομαι σε ένα άλλο, ημικυκλικό αυτή τη φορά, παγκάκι της παραλιακής, σε απόσταση σαράντα περίπου μέτρων από το σημείο που καθόμουν εχθές. Ευτυχώς κάποιος μάζεψε τα σκουπίδια και ο χώρος είναι σχετικά καθαρός. Κοιτάζω προς την Πάρο. Ο ήλιος θα δύσει σύντομα, ένας αναιμικός ήλιος που καταφέρνει να φτάσει σε εμάς μέσα από πουπουλένια φίλτρα. Σήμερα το πρωί μάλιστα έβρεξε. Αργότερα κάπως ο ισχνός Φαέθων με το άρμα του μου επέτρεψε να μεταφέρω το ασθενές σαρκίο μου στην ακροθαλασσιά και να συνεχίσω το διάβασμα ενός ακόμα ενδιαφέρων βιβλίου. Τι περίεργος Σεπτέμβρης αλήθεια! Γύρω στις έξι άρχισε να κάνει ψύχρα και αποφάσισα να συνεχίσω την ανάγνωση στο παγκάκι.
Όχι για πολύ. Έρχεται προς το μέρος μου. Είναι Εκείνος, ο Λωλός μου. Φαίνεται ξαναμμένος, βηματίζει αδέξια κάνοντας πάντα παράξενα σχήματα με τα χέρια του. Να και κάτι καινούργιο! Τα σταύρωσε πίσω από την πλάτη. Δεν βλέπω τις παλάμες και τα δάκτυλα του αλλά είμαι σίγουρος ότι συνεχίζουν το μυστηριώδες παιχνίδισμα που τα κάνει τόσο παράξενα στα μάτια μου. Βγάζει τους ίδιους ήχους από το στόμα, με μεγαλύτερη όμως συχνότητα, καθώς κινείται προς το μέρος μου. Ίσως είναι ενθουσιασμένος με κάτι. Φοράει τα ίδια δερμάτινα παπούτσια με κρεπ σόλες, το ίδιο παντελόνι αλλά η φανέλα του είναι καθαρή. Είναι μια άλλη χακί φανέλα. Είναι φανερό ότι κάποιος φροντίζει για τον ρουχισμό του. Δεν ξέρω αν τον αγαπούν αλλά σίγουρα φροντίζουν τα ρούχα του να είναι καθαρά.
Κοντοστέκεται. Αρπάζει μία λευκή καρέκλα σκηνοθέτη από μία παραλιακή καφετέρια και την παρκάρει πάνω στο οδόστρωμα και πίσω από ένα σταθμευμένο αυτοκίνητο. Κάθεται. Σήμερα έχει διάθεση παρατήρησης. Κοιτάζει τα διερχόμενα αυτοκίνητα και τους διαβάτες. Τι σκέπτεται; Δεν μπορώ να ξέρω. Ίσως τίποτα, ίσως πολλά. Τι σκέπτονται οι άλλοι γι αυτόν; Ούτε αυτό μπορώ να το πω. Τον αγνοούν, όχι επιδεικτικά, απλώς τον αγνοούν. Η μήπως τον φοβούνται κι αυτοί όπως εγώ;
Σηκώνεται, κινείται προς το μέρος μου. Προχωράει στη μέση του δρόμου. Τα αυτοκίνητα πίσω του περιμένουν υπομονετικά να μετακινηθεί στο πλάι του οδοστρώματος και μόλις εκείνος το κάνει, η μικρή πομπή τον προσπερνά αδιάφορα. Δεν κορνάρουν. Μου κάνει εντύπωση, ίσως είναι ντόπιοι και τον γνωρίζουν, ίσως αν κορνάρουν, γυρίσει και τους μουγκρίσει θυμωμένα. Ποιος ξέρει τι είναι ικανός να κάνει; Ακόμα και να πετάξει μία πέτρα. Παιδί είναι άλλωστε.
Φτάνει στο ύψος της θέσης μου και με προσπερνά φτάνοντας στο περίπτερο. Προσπαθώ να μαντέψω τι θα ψωνίσει. Χμμμ, σχεδόν έπεσα μέσα στις προβλέψεις μου. Το σημερινό κολατσιό προβλέπεται όμως πολύ πιο πλουσιοπάροχο. Μια πορτοκαλάδα μπουκάλι του μισού λίτρου και μάλιστα με ανθρακικό και ένα σακουλάκι πατατάκια ή γαριδάκια. Η μυωπία δεν μου επιτρέπει να ξεχωρίζω τέτοιες λεπτομέρειες από αυτή την απόσταση. Φαίνεται πως αυξήθηκε το χαρτζιλίκι.
Με προσπερνάει με τα καλούδια του σφιχτά στην αγκαλιά. Κατευθύνεται προς το ίδιο παγκάκι που καθόταν εχθές. Μάλλον είναι το στέκι του. Βαδίζει σιωπηλός. Ούτε μουγκρητά, ούτε χέρια που κινούνται άναρχα, μόνο τα πόδια του κάνουν άκομψες πιρουέτες.
Κάθεται. Δεν βλέπω καθαρά αλλά μπορώ να είμαι σχεδόν βέβαιος ότι καταβροχθίζει τα πατατάκια/γαριδάκια με βουλιμία και ότι ρουφάει λαίμαργα από το καλαμάκι το περιεχόμενο του μπουκαλιού.
Μόλις τώρα μου λύθηκε και η απορία σχετικά με τις οικολογικές ή όχι ευαισθησίες. Το άδειο μπουκάλι και η σακούλα ήδη ρίφθηκαν στην θάλασσα και ταξιδεύουν προς το μέρος μου. Κακό παιδί.
Η ιεροτελεστία τελείωσε. Έφυγε γεμίζοντας το μυαλό μου με νέα ερωτήματα. Άραγε έχει συναίσθηση της διαφοράς ανάμεσα στην πορτοκαλάδα χωρίς και με ανθρακικό; Μήπως απλά ψωνίζει ότι βρει μπροστά του; Όχι, δεν το νομίζω. Παρότι τον παρακολουθώ μόλις δύο ημέρες φαίνεται ότι έχει μία σαφή προτίμηση στην πορτοκαλάδα με ή χωρίς ανθρακικό. Ίσως του έχουν απαγορεύσει να παίρνει κόκα κόλες. Ίσως κάποιος ανησυχεί για την υγεία του, ίσως τελικά τον αγαπούν πάραυτα. Μπορεί όμως να είναι και δική του επιλογή. Μπορεί όταν τα χαρτζιλίκι είναι μικρό να προτιμά μία πορτοκαλάδα άνευ ανθρακικού ενώ, αντίθετα, όταν παίρνει καλό χαρτζιλίκι και μπορεί να συνδυάσει το αναψυκτικό με πατατάκια ή τσιπς, να επιλέγει πορτοκαλάδα με ανθρακικό και μάλιστα σε μπουκάλι του μισού λίτρου. Εξακολουθώ να συλλέγω περισσότερα ερωτηματικά από απαντήσεις. Πάντως σιγουρεύτηκα και για κάτι. Όχι μόνο υπάρχει κάποιος που φροντίζει τον ρουχισμό του αλλά και κάποιος άλλος ή ο ίδιος που τον χαρτζιλικώνει. Δεν ξέρω αν τον αγαπούν όμως.
Σκέφτομαι πως παρόλο που είναι παιδί πνευματικά, σωματικά είναι άντρας και μάλιστα αρκετά σωματώδης. Τι κάνουν άραγε εκείνοι που τον φροντίζουν γι αυτό το πρόβλημα; Πως το αντιμετωπίζουν; Μήπως είναι επικίνδυνος σαν εκείνον τον σαλεμένο βοσκό στον Απόλλωνα που επιχειρεί να πληρώσει τις μοναχικές λουόμενες για να κάνει έρωτα μαζί τους, αν μπορεί βέβαια να χρησιμοποιηθεί αυτή η λέξη για μια ανάλογη πράξη; Εκείνος είναι και πολύ μεγαλύτερος. Περασμένα εβδομήντα και έχει ακόμα έντονες ορμές. Και θα τις έχει φαντάζομαι για όσα χρόνια του απομένουν να ζήσει. Είναι αποκρουστικός και μυρίζει απαίσια, δύσκολα μία γυναίκα θα πλαγιάσει μαζί του όσο κι αν έχει ανάγκη τα χρήματα. Ή μήπως υπάρχουν τέτοιες γυναίκες; Μπορεί και να υπάρχουν, αλλά όχι στον Απόλλωνα των ενενήντα δύο μονίμων κατοίκων.
Όμως ας επιστρέψουμε και πάλι στον Λωλό μου. Είναι πολύ νεώτερος από τον σαλεμένο και γηραιό ποιμένα. Δεν το χωράει ο νους μου ότι μπορεί να είναι ομοφυλόφιλος. Όχι, αυτό δεν το θεωρώ καν πιθανό. Το κοινωνικό φύλο (gender) όπως το αντιλαμβανόμαστε στην οικεία πραγματικότητα προϋποθέτει πνευματικές διεργασίες που δεν είναι δυνατόν Εκείνος να διεκπεραιώσει. Όσο για το εκ γενετής ομοφυλόφιλος, αυτό κι αν αποκλείεται! Δεν αναγνωρίζω ίχνος θηλυπρέπειας στην εμφάνιση και τη συμπεριφορά του. Έτσι υποθέτω ότι έχει έντονες ανδρικές ορμές. Τις καταπνίγει άραγε, μήπως επισκέπτεται συχνά τον τοπικό οίκο ανοχής; Υπάρχει άραγε οίκος ανοχής στην Νάξο; Δεν γνωρίζω. Μπορεί πάλι να τον πηγαίνουν ταξιδάκι ανά τακτά χρονικά διαστήματα στην Αθήνα. Μπορεί και όχι; Πάντως από το λίγο διάστημα που τον παρατηρώ δεν φαίνεται να δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στο γυναικείο φύλο. Επιδεικνύει την ίδια αδιαφορία σε όλους μας. Δεν τον έχω δει να πλησιάζει γυναίκες. Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι και σε αυτόν τον τομέα έχει την αναγκαία φροντίδα.
Δεν έχω σιγουρευτεί αν αυτοί που τον φροντίζουν τον αγαπούν. Έχω βεβαιωθεί ότι κάνουν ότι μπορούν, από όσα τους επιτρέπουν οι γνώσεις και οι οικονομικές τους δυνατότητες. Εκείνο που δεν γνωρίζω είναι τα δικά του συναισθήματα. Πως νιώθει; Απολαμβάνει άραγε την ζωή του; Πως είναι να είσαι διαρκώς παιδί; Πως είναι να σε αντιμετωπίζουν όλοι σαν τρελό, σαλεμένο, μωρό, λωλό; Το νιώθεις άραγε, έχεις συναίσθηση της γελοιότητας σου ή μήπως εσύ θεωρείς όλους εμάς γελοίους, σαθρούς και ανόητους; Μήπως Εκείνος είναι πιο ευτυχισμένος από εμάς; Είναι μακάριοι οι πτωχοί των πνεύματι;
Μακάριοι; Πόσο παράξενο ακούγεται αυτό. Γιατί αν είναι έτσι ας υποστούμε όλοι λοβοτομή και ο τελευταίος ας αυτοκτονήσει. Κι έπειτα θα οικοδομήσουμε την κοινωνία της αφθονίας. Όμως, ποιος θα μας φροντίζει; Ποιος θα μας ντύνει, ποιος θα εργάζεται για να τρώμε ψωμί, ποιος θα καλλιεργεί, ποιος θα οδηγεί τα τρένα; Θα τα καταφέρουμε άραγε να επιζήσουμε, μια κοινωνία ανόητων ευτυχισμένων, μια κοινωνία Μεγάλων Παιδιών; Ίσως θα μπορούσαμε να διεξάγουμε κάποιου είδους πείραμα, ώστε να διαπιστώσουμε αν θα επιζήσουμε με μία παρόμοια μεταστροφή. Αν αφήναμε για παράδειγμα ένα αριθμό Μεγάλων Παιδιών σε ένα εύφορο νησί για να δούμε πως θα αντιδράσουν. Θα τα καταφέρουν άραγε;
Ξέρω τι θα πεις τώρα; Η γκετοποίηση είναι φασιστική τακτική και θα συμπεράνεις αυτόματα πως είμαι ένα δεξιό κάθαρμα που «το παίζει» αριστερός. Ίσως έχεις δίκιο σε αυτό. Η λογική με την οποία δομώ τις σκέψεις μου είναι υπερσυνείδητη, θεωρώ a priori ανώτερη τη σημερινή κοινωνία των «Λογικών» έναντι μιας φαντασιακής κοινωνίας «Μωρών». Όμως αυτό δεν είναι δεδομένο στην εποχή της μετανεωτερικότητας. Αν για παράδειγμα η πλειοψηφία των ανθρώπων ήταν Μεγάλα Παιδιά και ήταν Αυτοί που διαμόρφωναν την «ορθή» πολιτισμική συμπεριφορά, πως θα ήταν διαμορφωμένη η κοινωνία; Ακόμα και αν υποθέσουμε αυθαίρετα, ότι τα Μεγάλα Παιδιά δεν μπορούν να αναπτύξουν τις απαιτούμενες δεξιότητες για την ανάπτυξη του τεχνολογικού πολιτισμού, θα μπορούσε για παράδειγμα να υπάρχει μία ομάδα τεχνολόγων με ιδιαίτερα χαμηλό κύρος η οποία θα χρησιμοποιούταν από τους κυβερνήτες των Μεγάλων Παιδιών για την συντήρηση του τεχνολογικού πολιτισμού. Με εξασφαλισμένη την συνεχή ανάπτυξη της τεχνολογίας εκείνο που θα διέφερε στη κοινωνία Τους θα ήταν η συμβολική διαντίδραση, ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται και επικοινωνεί με τον συνάνθρωπο του, αλλά και -κυρίως- ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται και παρουσιάζει τον εαυτό του. Αυτό βέβαια θα είχε τεράστιες επιπτώσεις στην εθιμοτυπία, στην τέχνη, αλλά και στην καθημερινότητα! Η ανθρώπινη «πολιτικώς ορθή» συμπεριφορά θα άλλαζε δραματικά.
Πως σου φαίνεται η παρουσίαση της κοινωνίας των Μεγάλων Παιδιών; Ήμουν καθόλου πειστικός; Αμφιβάλω, αν κρίνω από τις αντιδράσεις που φαντάζομαι ότι έχεις. Βλέπεις δεν μπορώ να έρθω στην θέση Του, δεν μπορώ να δω με τα μάτια Του. Πάντως πρέπει να μου αναγνωρίσεις ένα εκπληκτικό κατόρθωμα: κατάφερα να βάλω όλους Αυτούς σε ένα τσουβάλι και όλους εμάς σε ένα άλλο, χωρίς να γίνω ιδιαίτερα χυδαίος! Ποιοι είναι άραγε Αυτοί και ποιοι είμαστε εμείς; Έχεις απόλυτο δίκιο. Κατασκεύασα μια ετερότητα! Μήπως και εσύ δεν έκανες το ίδιο με εμάς; Δεν έγινα εντελώς άξαφνα «Ξένος»; Πως το κατάφερες μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, μέσα σε μια στιγμή, μπορείς να μου εξηγήσεις;
Ξέρω πολύ καλά πως αναιρώ τον εαυτό μου, δεν χρειάζεται να υψώνεις τη φωνή σου. Η λύση του Καιάδα με τον τρόπο που την αντιλαμβάνομαι προϋποθέτει ότι τα θύματα δεν μπορούν να απαντήσουν στην Ερώτηση και όπως σου έχω πει την Ερώτηση μπορείς να την κάνεις μόνο εσύ στον εαυτό σου και μόνο εσύ μπορείς να την απαντήσεις. Τον φαντάζομαι λοιπόν να ρωτάει τον εαυτό Του «είμαι ευτυχισμένος;» και να απαντά: «Ναι, είμαι ευτυχισμένος»! Όχι, δεν μπορώ να το φανταστώ αυτό, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να μπει σε τέτοιες πολύπλοκες διαδικασίες σκέψης. Αυτά είναι για εμάς, τους «λογικούς». Εκείνος μπορεί κάλλιστα να είναι ευτυχισμένος και χωρίς να απαντά στην Ερώτηση. Δεν υπάρχει Ερώτηση. Όλα αυτά είναι μαλακίες! Ακριβώς, μα-λα-κί-ες.
Αν μπορεί να ζήσει ευτυχισμένος δεν έχει κανείς δικαίωμα να του αφαιρέσει τη ζωή, αυτό δεν θες να πεις;
Βρίσκομαι 105 ναυτικά μίλα κοντύτερα σε εσένα. Όχι! Αυτό δεν είναι ακριβές. Η απόσταση μας σε ευθεία μειώθηκε λιγότερο από 105 ναυτικά μίλια, όσο δηλαδή είναι η απόσταση από τον Πειραιά στη Νάξο. Θα μπορούσα βέβαια να ισχυριστώ ότι είμαι περίπου έξι ώρες πιο κοντά σου αλλά αν είχα διανύσει την απόσταση με αεροπλάνο θα ήμουν απλώς σαράντα πέντε λεπτά κοντύτερα. Όλα αυτά βέβαια παύουν να ισχύουν αν κανείς προσθέσει και τις υπόλοιπες παραμέτρους, όπως την απόσταση από τον Πειραιά σπίτι μου, την απόσταση από τον Πειραιά στο νέο αεροδρόμιο (αν είχα σκοπό να σε επισκεφτώ), την μη απόσταση από το αεροδρόμιο στο αεροδρόμιο, το αν θα υπήρχε απευθείας πτήση ή αν η Ολυμπιακή θα είχε μία από τις συνηθισμένες της καθυστερήσεις. Θα μπορούσα κάλλιστα να σε πάρω τηλέφωνο είτε από εδώ είτε από τη Νάξο και η απόσταση να μην έχει καμία σημασία.
Θα αναρωτιέσαι βέβαια γιατί στα λέω όλα αυτά……..
Δεν υπάρχει κανείς συγκεκριμένος λόγος, όπως δεν υπάρχει και κανείς συγκεκριμένος λόγος γι αυτό το γράμμα. Μη νομίζεις ότι απολογούμαι. Μέσα από την ιδεολογία που ενστερνίστηκες εκείνη τη στιγμή, ανιχνεύω τον εαυτό μου. Δεν γράφω εγώ για σένα, γράφω σε εσένα, εμένα.
Σήμερα όπως κατάλαβες είμαι στην Αθήνα. Ο Λωλός μου είναι ακόμα στη Νάξο και άρα δεν έχω δικαίωμα σε κτητικά επίθετα πλέον. Ποτέ δεν είχα βέβαια, ήταν μία αυθαιρεσία εκ μέρους μου. Ο Σκέτος Λωλός (και όχι μου) αυτή την ώρα πιθανότατα κάνει την καθημερινή του βόλτα μετά αναψυκτικών και εδεσμάτων ή όχι. Εγώ με τη σειρά μου, αν και έχει μια υπέροχη λιακάδα έξω, κάθομαι μπροστά στον υπολογιστή αναζητώντας ένα ταιριαστό ρέκβιεμ.
Δυστυχώς αναγκάστηκα να ξαναδιαβάσω όλα όσα σου έγραψα τις δύο πρώτες ημέρες Δεν ήθελα πραγματικά να το κάνω, αλλά αναγκάστηκα να αντιγράψω αυτό το γράμμα στον υπολογιστή. Στο ορκίζομαι, δεν ήθελα να εξωραΐσω αυτή την «απολογία», να τη σμιλεύσω έτσι όπως εσύ θα ήθελες να είναι καμωμένη. Και σου υπόσχομαι ότι δεν πρόκειται να το κάνω.
Πάντως αντιγράφοντας το κείμενο παρατήρησα κάτι. Κάτι που πρωτύτερα μου είχε εντελώς διαφύγει. Μπορεί να το έχεις ήδη καταλάβει, μπορεί και όχι. Αν ναι, σίγουρα με οικτίρεις για την αφηρημάδα μου, αν όχι, δεν θα σε κρατήσω άλλο σε αγωνία.
Κατασκεύασα μία δεύτερη ετερότητα! Μάλιστα, έτσι όπως το ακούς. Είπα, «δεν ξέρω αν τον αγαπούν ή αν προσεύχονται να πεθάνει». Δικά μου λόγια!!! Κι όμως, λίγο αργότερα, μιλώντας για αγαπημένους νεκρούς και δη για την γιαγιά μου έγραψα «Και να πεις πως δεν την αγαπούσα» υπονοώντας ότι και βέβαια την αγαπούσα, κι όμως παρακάτω έγραψα «κι εμείς, παρακαλούσαμε τον θεό να την λυτρώσει»! Φαντάζομαι ότι αυτά σου λένε πολλά, εκτός βέβαια από τα αυτονόητα: το πόσο αφηρημένος και ανόητος είμαι.
Μιας και ξεκινήσαμε με τον Λωλό (που δεν είναι πια -μου-) ας προσαρμόσουμε αυτή την Αποκάλυψη σε αυτόν. Η σχέση του με αυτούς που τον φροντίζουν μπορεί να έχει τρεις διαφορετικές μορφές. Πρώτον, μπορεί να τον αγαπούν και να θέλουν να ζήσει, ανεξάρτητα αν τους είναι βάρος. Δεύτερον, μπορεί να μην τον αγαπούν, μόνο να τον φροντίζουν, αλλά αυτό δεν το πιστεύω. Τρίτον, μπορεί να τον αγαπούν αλλά να προσεύχονται να πεθάνει. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, αντί να διαγνώσω μια αιτιακή σχέση όπως έκανα με τους συγγενείς μου, κατασκεύασα μια ετερότητα. Έγραψα δηλαδή, «τον αγαπούν ή προσεύχονται στον θεό να πεθάνει» αντί να γράψω «επειδή ακριβώς τον αγαπούν, μπορεί να προσεύχονται στον θεό να τον λυτρώσει».
Να σου πω την αμαρτία μου, η ερμηνεία των δύο πρώτων εκδοχών δεν με απασχολεί ιδιαίτερα. Στην πρώτη περίπτωση μάλιστα, δεν χωράνε διόλου ερμηνείες. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Τον αγαπούν και επειδή τον αγαπούν τον φροντίζουν. Τελεία και παύλα.
Στην δεύτερη περίπτωση, την λιγότερο πιθανή, η ερμηνεία της συμπεριφοράς φροντίδας προς τον Λωλό, απόντος της αγάπης, θα μπορούσε να εξηγηθεί από την κοινωνική συνείδηση της οικογένειας. Η απουσία αγάπης μπορεί εύκολα να εξηγηθεί από την μειονεξία του Λωλού.
Αν ισχύει όμως η τρίτη περίπτωση, τότε υπεισέρχονται στην «εξίσωση» μας μεταβλητές που τις είχαμε αποδώσει στο Γενικό (οι Άλλοι, οι Λογικοί) όταν αναγνώσαμε σωστά την πρώτη κατασκευασμένη ετερότητα. Ίσως τελικά το Μερικό μας βοηθήσει να βρούμε την λύση.
Το Μερικό βέβαια είναι ο Λωλός και αυτοί που τον φροντίζουν. Νομίζω πως αν δεχτούμε την τρίτη περίπτωση, ότι επειδή τον αγαπούν παρακαλούν να λυτρωθεί, δεν χρειάζεται να κατασκευάσω μια ετερότητα επειδή υπάρχει. Θα μου πεις τώρα ότι και πάλι, βάζω όλους Αυτούς σε ένα τσουβάλι. Μπορεί άλλοι να τον αγαπούν, άλλοι όχι, άλλοι να τον λυπούνται, άλλοι να τον χαίρονται. Αυτό δεν πας να πεις;
Μπορείς να μη με μπερδεύεις με αυτές τις μετανεωτερικές ανοησίες. Αρκετά έχω μπερδευτεί από μόνος μου! Πρέπει να επιστρέψω στον ορθολογισμό έστω και για μία παράγραφο. Ξέρω πολύ καλά ότι έχεις δίκιο αλλά για τις ανάγκες της ανάλυσης δεν μπορώ παρά να κάνω μία αυθαίρετη παραδοχή. Να θεωρήσω το νοικοκυριό που συντηρεί τον Λωλό ως ενιαία μονάδα, άσχετα αν αυτή η μονάδα παράγει ενδογενείς αντιφάσεις. Νομίζεις πως οι επιστημονικές αναλύσεις έχουν διαφορετική μεθοδολογία;
Σταμάτα πια! Σε βαρέθηκα!
Σε ένα πράγμα έχεις δίκιο. Μπορεί να μην έχω ενστερνιστεί την ορθολογικότητα αλλά την χρησιμοποιώ κατά κόρον. Άλλα μη νομίζεις ότι δεν πρόβλεψα την αντίδραση σου. Επέστρεψε σε παρακαλώ στην πρώτη παράγραφο της σημερινής ημέρας και ρίξε μια ματιά. Περιμένω……
Σε ξεγέλασα! Υπήρχε κάποιος λόγος που τα έγραψα όλα αυτά! Είδες που θα μας οδηγούσε ένας μεταμοντέρνος τρόπος γραφής; Ατελείωτες εναλλαγές και παράμετροι, ατελείωτοι συνδυασμοί, ατελείωτα κείμενα. Έτσι έχουν τα πράγματα, δυστυχώς. Αν δεν κάνεις κάποιες παραδοχές ακολουθεί το χάος. Πίστεψε με δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα με το χάος, αρκεί να ρίξεις μια ματιά στο σπίτι μου για να το καταλάβεις. Απλώς θα προτιμούσα αυτό το κείμενο μην παραμείνει ατελείωτο, για να φτάσει κάποια στιγμή και σε εσένα.
Θα μου επιτρέψεις τώρα να επιστρέψω στον Λωλό και σε Αυτούς-Που-Τον-Φροντίζουν, μιλώντας πάντα για την περίπτωση που τον αγαπούν αλλά προσεύχονται να λυτρωθεί. Σε αυτή τη περίπτωση Αυτοί-Που-Τον-Φροντίζουν πιστεύουν ότι ο Λωλός είναι δυστυχισμένος. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση. Δεδομένου ότι τον αγαπούν, μόνο αν πίστευαν πως είναι δυστυχισμένος θα προσεύχονταν να λυτρωθεί. Όπως σου προείπα, έχω κι εγώ ζήσει παρόμοιες καταστάσεις.
Πως γνωρίζουν Εκείνοι ότι Αυτός είναι δυστυχισμένος δεν μπορώ να το ξέρω. Τον ξέρουν άραγε καλύτερα από εμάς; Μήπως τα βράδια χώνεται κάτω από τα μαξιλάρια του και ξεσπάει σε ατέρμονους λυγμούς; Δεν μπορούμε να ξέρουμε. Η πιο ανατριχιαστική εκδοχή αυτού του σεναρίου θα ήταν Εκείνοι να Τον αγαπούν και να προσεύχονται να πεθάνει για να λυτρωθεί ενώ Αυτός είναι πραγματικά ευτυχισμένος ως έχει. Αυτό θα ήταν τραγικό! Όντως, Τρα-γι-κό! Νομίζω, αυτή η λέξη ταιριάζει απόλυτα.
Δε σου κρύβω ότι μεσολάβησε μεγάλο διάστημα από την τελευταία φορά που «τα είπαμε». Δεν σου κρύβω επίσης ότι μπήκα σε πειρασμό να διακόψω την σύνταξη αυτού του γράμματος περισσότερες από μία φορές. Έπιασα μάλιστα τον εαυτό μου να αναρωτιέται για την σκοπιμότητα αυτής της επιστολής καθώς διαπίστωσα ότι πάσχει από φανερή έλλειψη συμπερασμάτων. Όπως μας έλεγαν για τις εκθέσεις στο δημοτικό, θυμάσαι; Πρόλογος, θέμα, συμπέρασμα. Ή μήπως τα δικά σας δημοτικά είναι διαφορετικά από τα δικά μας; Όπως και να `χει είναι νομίζω σαφές ότι το γράμμα μου δεν ακολουθεί τους «ορθόδοξους» κανόνες δόμησης ενός κειμένου. Δεν γνωρίζω αν τελικά θα καταλήξω σε κάποιο συμπέρασμα αλλά σου ορκίζομαι στην κάποτε ανθηρή αγάπη μας, ότι θα κάνω μια ύστατη προσπάθεια. Συνέπεια των παραπάνω είναι το ότι αδυνατώ να εκτιμήσω τα αποτελέσματα του γράμματος στην γνώμη σου για το άτομο μου. Θα βελτιώσει ή θα αμαυρώσει χειρότερα την εικόνα μου; Το χειρότερο από όλα είναι ότι δεν έχω καταλάβει αν προσπαθώ να πείσω εσένα για την δική μου άποψη ή αν προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου για την δική σου. Ξεκίνησα προσπαθώντας να εφαρμόσω τις αρχές μια θεωρητικής συζήτησης που γίνεται μεταξύ εμένα και εσένα μέσω της εικόνας που έχω για σένα, άρα μία διαλεκτική συζήτηση μεταξύ δύο δυνητικών εγώ. Όπως βλέπεις δεν έχω καταλήξει πουθενά ακόμα. Το σύστημα δεν λειτουργεί. Αναρωτιέμαι πως μπορούμε να είμαστε ισορροπημένοι όντας αποδεδειγμένα πολύ-υποκειμενικοί και γεμάτοι εγγενείς αντιφάσεις.
Πίσω στους τρελούς λοιπόν, τους άλογους, τους λωλούς, τους διαφορετικούς. Τις τελευταίες μέρες παρατηρούσα έναν άλλο Λωλό, αυτόν της γειτονιάς. Όπως το ακούς, έχουμε κι εμείς τον Λωλό μας. Αυτός είναι νεαρός, πρέπει να είναι γύρω στα είκοσι. Μαυριδερός, αδύνατος, μαύρα μαλλιά, πυκνά φρύδια, άγριο βλέμμα. Όλη την ημέρα τριγυρίζει στον Σταθμό του Ηλεκτρικού των Πετραλώνων πειράζοντας τα κορίτσια που δεν συνοδεύονται, κάνοντας τους ανήθικες, γελοίες προτάσεις. Ούτε αμέριμνες βόλτες, ούτε χαρτζιλίκια, ούτε τίποτα. Καυλοπυρρέσων ως εκεί που δεν παίρνει, για να χρησιμοποιήσω μια έκφραση του Εμπειρίκου από τον Μεγάλο Ανατολικό, προφανώς χυδαία, όπως ακριβώς και η πρακτική του συγκεκριμένου Λωλού. Μάλιστα η μαμά του συγκεκριμένου ατόμου είναι εξίσου τρελή! Και αναρωτιέμαι, η σύλληψη του έγινε συνειδητά; Είναι προϊόν ενός γάμου ή έστω μιας ελεύθερης συνειδητής σχέσης; Μήπως η σύλληψη του έγινε σε κάποια οικοδομή με την συνδρομή του τάδε ή του δείνα περαστικού, αλήτη, ή πεινασμένου σεξουαλικά ατόμου. Δεν ξέρω. Τίποτα δεν ξέρω και αυτό είναι η πικρή αλήθεια.
Αν υποθέσουμε ότι το άτομο αυτό είναι γενικά δυστυχισμένο τότε τι σόι κοινωνία είναι αυτή που επιτρέπει σε μια γυναίκα τρελή να φέρει στη ζωή κάποιον εξίσου τρελό με αυτή; Και αν αυτή η κοινωνία αποφασίσει, ας πούμε, να στειρώσει τα άτομα που μπορεί να κληρονομήσουν πνευματικές τους δυσλειτουργίες στα παιδιά τους δεν θα μοιάζει τραγικά με την κοινωνία των WASP αυστραλών που έκαναν στείρωση στους αβοριγίδες ιθαγενείς τους οποίους παρομοίαζαν με ζώα; Ποιος θα αποφασίσει ποια πνευματική δυσλειτουργία είναι αποφασιστική για να διενεργείται η στείρωση και ποιος μας διαβεβαιώνει ότι αυτή η δυσλειτουργία είναι κληρονομική; Ακόμα, ποιος θα αποφασίσει τι αποτελεί δυσλειτουργία και τι διαφορετικότητα; Υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα σε αυτά τα δύο; Εννοείται βέβαια, ότι τα παραπάνω είναι γελοιωδέστερα των γελοίων σε περίπτωση που οι Λωλοί μπορούν να είναι ευτυχισμένοι.
Είναι μια ελεύθερη μητέρα που αποφάσισε ότι θέλει ένα παιδί τρελό όπως αυτή. Ήξερε ότι το παιδί της θα είναι τρελό όπως αυτή; Ήθελε το παιδί της να είναι σαν κι αυτή; Πως θα ένιωθε αν το παιδί της ήταν κανονικό και περιφρονούσε, λυπόταν ή μισούσε την μητέρα του;
Οφείλω να ομολογήσω πάντως ότι τον Λωλό γιο της τρελής μητρός δεν τον συμπαθώ καθόλου. Αν ήταν εδώ ο φίλος μου ο Σπύρος θα υποστήριζε ότι τον απεχθάνομαι αλλά ταυτόχρονα τον ζηλεύω. Ω, ναι! Σίγουρα θα μου το έλεγε αυτό. Τον ζηλεύω γιατί μπορεί να «την πέφτει» στις κοπέλες χωρίς ίχνος ντροπής ενώ εγώ πρέπει να είμαι κόσμιος, αν και θα ήθελα πολύ να φλερτάρω ελεύθερα τις κοπέλες που μου αρέσουν. Έτσι όπως το ακούς. Στην ίδια λογική οι γιατροί του ψυχιατρείου ζηλεύουν τους τρελούς που μπορούν και «την βγάζουν έξω και την παίζουν δημόσια» όπως μου είπε επί λέξει. Ποιος έβαλε αυτά τα λόγια στο στόμα του Σπύρου; Ο κύριος Μπάρι Σίμονς, διάσημος ψυχίατρος και πρώην τρελός με τη βούλα. Ο Σίμονς είναι μαθητής του Φριτς Περλς που κι αυτός με τη σειρά του υπήρξε διαφωνών μαθητής του Φρόιντ και θεμελιωτής της ψυχαναλυτικής μεθόδου Γκεστάλτ. Ω, μην ανησυχείς. Δεν έχω σκοπό να σε κουράσω με θεωρίες.
Ο τρελός/θεραπευτής κύριος Σίμονς, διαμέσω του Σπύρου μου εξομολογήθηκε ότι οι τρελοί νιώθουν ένα βαθύτερο πόνο και άρα είναι δυστυχισμένοι. Η αναφορά αυτή βέβαια πλαγιοκόπησε την κουβέντα μας όταν αναφέρθηκα στην ελλιπή συμπερασματολογία μου σχετικά με το τι νιώθουν οι Λωλοί. Ο τρελός/θεραπευτής κύριος Σίμονς λοιπόν, πάντα διαμέσω του Σπύρου, μου αποκάλυψε ότι αυτό που νιώθουν οι τρελοί ομοιάζει σα να τρέχεις με το αυτοκίνητο σου στην εθνική με διακόσια και ξαφνικά να χάνεις τον έλεγχο. Ίλιγγος, πανικός και φόβος σε συσκευασία ενός και μόνου συναισθήματος. Σε αυτά τα συμπεράσματα έχουν καταλήξει οι ψυχίατροι της συστημικής. Πως σου φαίνονται; Εμένα προσωπικά μου φαίνονται μπαρούφες. Είναι πιθανό βέβαια η μεταφορά των συμπερασμάτων αυτών να έγινε με την μέθοδο του «χαλασμένου τηλεφώνου» και τελικά οι ψυχολόγοι αρωγοί αυτής της θεωρίας να εννοούσαν ότι τις στιγμές κρίσης ο ασθενής νιώθει ότι χάνει πλήρως τον έλεγχο του εαυτού του. Αλλά δεν νομίζω ότι αναφέρονται στους δικούς μας Λωλούς, τουλάχιστον όχι τις στιγμές που τους έχουμε δει σε δράση.
Όπως κατάλαβες, την πατήσαμε. Ούτε ο τρελός/θεραπευτής κύριος Σίμονς μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε αν είναι ευτυχισμένοι ή όχι. Αυτό δεν είναι τελικά το ζητούμενο;
Τελικά ήρθε ο Σπύρος και του διάβασα το τμήμα που τον αφορούσε. Άκουσε με προσοχή και ενδιαφέρον την ανάγνωση μου και έπειτα μου επεσήμανε ότι ο τρελός/θεραπευτής κύριος Σίμονς δεν είναι ψυχίατρος αλλά ψυχολόγος. Έπειτα εντελώς προβλέψιμα με ρώτησε αν εγώ έχω νιώσει ότι θέλω να κάνω καμάκι σε κάποιες κοπέλες και δεν το έκανα γιατί φοβήθηκα την απόρριψη και βέβαια του απάντησα πως ναι, πολλές φορές ήθελα αλλά δεν το επιχείρησα διότι φοβόμουν. Έπειτα δεν τον άφησα να συνεχίσει τον συλλογισμό του μιας και ήταν τόσο προβλέψιμος αλλά του επεσήμανα ότι απλώς ενσαρκώνει την περιγραφή που του είχα ήδη κάνει.
Πάντως μου έθεσε ένα δύο εύλογες και νέες παραμέτρους. Μου είπε ότι όλοι είμαστε τρελοί κάποιων άλλων. Πολύ ενδιαφέρουσα σύλληψη, δε νομίζεις; Ειδικά κάτω από το πρίσμα της διαφορετικότητας, έτσι όπως αρέσκεται ο Σπύρος να θέτει το συγκεκριμένο πρόβλημα. Δεν ξέρω αν ο Σπύρος εννοούσε αυτό αλλά εγώ για παράδειγμα, σε σχέση με κάποιους άλλους πιο προσαρμοσμένους ανθρώπους, είμαι μάλλον διαφορετικός έστω κι αν αποδέχομαι και ακολουθώ κάποιες κοινωνικές συμβάσεις. Υπάρχουν μια σειρά από κανόνες που δεν αποδέχομαι και είναι βέβαιο ότι στα μάτια πολλών φαντάζω πολύ διαφορετικός. Έτσι ο καθένας μας είναι ο τρελός κάποιου άλλου. Ήθελα πάντως να ήξερα ποιανού τρελός είσαι εσύ!
Μάλιστα συνδύασα αυτό με κάτι αντίστοιχο που είπε ένας υποτιθέμενα εξαιρετικά ευφυής Έλλην (κατά τα λεγόμενα εκ μέρους των media ο πλέον ευφυής του κόσμου) ότι δηλαδή ο καθένας μας είναι ο χαζός κάποιου άλλου. Τι εννοεί ο ποιητής δεν γνωρίζω. Ποιανού χαζός είναι εκείνος μιας και τυγχάνει ο ευφυέστερος όλων. Μήπως όλοι είμαστε χαζοί εκτός από αυτόν; Δεν ξέρω. Ο ίδιος τύπος ζήτησε από τους κάποιους να τον βοηθήσουν για να βοηθήσει τη κοινωνία με την ευφυΐα του ενώ σε κάποια άλλη στιγμή δήλωσε ότι δεν ζει στη διαχρονικότητα αλλά στη διαχρονία. Αν ευφυΐα είναι να πετάς δώθε και εκείθεν ανοησίες τότε αναμφίβολα αυτός ο τύπος είναι τρομερά ευφυής! Το παραδέχομαι. Η μήπως είναι τρελός κι αυτός; Μήπως πάλι τα νοήματα των φράσεων του είναι τόσο βαθιά που παρερμηνεύονται από τον χαζό/εμένα; Αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να το πω, όπως οι τρελοί που εγώ διαβάλω δεν μπορούν να πουν την γνώμη τους για αυτά που γράφω. Πάντως νομίζω έχω δικαίωμα σαν χαζός που είμαι απευθυνόμενος στους άλλους χαζούς σαν εμένα να υποστηρίξω ότι κατά τη γνώμη μου αυτός ο τύπος είναι βλαξ. Και το κάνω αυτό χωρίς να μπω σε μία κριτική των τεστ ευφυΐας τα οποία σχεδιάζονται με συγκεκριμένη μεθοδολογία από ανθρώπινα προϊόντα του δυτικού εποικοδομήματος (αν για παράδειγμα τα δοκιμάσει ένας βάρβαρος -μη έχων παιδεία ελληνική, απαύγασμα της οποίας αποτελεί ο αμερικάνικος πολιτισμός- αυτόματα χαρακτηρίζεται χαζός. Ωραία τα κατάφεραν ε;). Σου έλεγα όμως για τον μη-χαζό. Από αυτά που λέει συμπεραίνω ότι είναι πιο χαζός από τους χαζούς!
Αλλά αρκετά με αυτόν. Θα ήθελα να παραθέσω στη κρίση σου κάτι πολύ πιο σπουδαίο από τον χαζό των χαζών, κάτι που επίσης μου επεσήμανε ο Σπύρος. Ήταν βεβαίως πολύ ανόητο εκ μέρους μου να μην το σκεφτώ πρωτύτερα και είμαι βέβαιος ότι όση ώρα διαβάζεις το κείμενο το ίδιο πράγμα τριγυρίζει και στο δικό σου μυαλό. Μου είπε δηλαδή ότι η ευτυχία δεν είναι μία κατάσταση αλλά στιγμές, έτσι όπως το αντίθετο της δεν είναι η δυστυχία αλλά άλλες στιγμές. Και βέβαια έχει δίκιο. Μπορείς να πεις ότι περνάω μια ευτυχισμένη περίοδο ή μια όχι και τόσο ευτυχισμένη περίοδο αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είσαι συνέχεια ευτυχισμένος. Σημαίνει ότι οι ευτυχισμένες στιγμές κατά τη γνώμη σου είναι περισσότερες από τις δυστυχισμένες στο ισοζύγιο της ζωής σου. Μια καλή περίοδος και μια κακή περίοδος. Αυτό βέβαια προσθέτει νέες παραμέτρους στην συζήτηση μας.
Πως μπορεί τώρα κανείς να υποστηρίξει ότι οι Λωλοί, αυτοί που βάζω αυθαίρετα σε μία κατηγορία, είναι γενικά δυστυχισμένοι. Προφανώς έχουν και τις καλές στιγμές, στιγμές στις οποίες νιώθουν ευτυχισμένοι, όπως εκείνη που ο πρώην Λωλός μου απολάμβανε τη πορτοκαλάδα του. Είναι άραγε λιγότερες από τις δικές μας, δεν το γνωρίζουμε όπως δεν γνωρίζαμε προηγουμένως αν είναι ή καλύτερα αν δυνητικά μπορούν να είναι ευτυχισμένοι σε μία κοινωνία που δεν τους αντιλαμβάνεται ως ουσιαστικά στοιχεία. Με τη σχετικοποίηση της ευτυχίας που προσέθεσαν οι παράμετροι του Σπύρου δεν μπορούμε πλέον να αξιολογήσουμε, λιγότερο ή περισσότερο ευτυχισμένους τρελούς, και να αποφασίσουμε για το ποιος θα πρέπει να λυτρωθεί. Θα αναγκαστώ να εισάγω νέα στοιχεία στη συζήτηση. Πρέπει να πάρω τη σχετικοποιημένη συναισθηματική κατάσταση και να την μετατρέψω σε απόλυτη, έστω υπό αίρεση. Νομίζεις ότι δεν θα τα καταφέρω; Παρακολούθα με.
Προσπαθώντας να υπερκαθορίσω την δυστυχία ως κατάσταση, αν και δεν υπάρχει στην καθαρή της μορφή, θα χρησιμοποιήσω ως παράδειγμα τους αυτόχειρες. Ένας επίδοξος αυτόχειρας μπορεί να είναι δυστυχισμένος γιατί δεν πέρασε στο πανεπιστήμιο όπως απαιτούσαν οι γονείς του, μπορεί να είναι δυστυχισμένος διότι ένα πλοίο ιδιοκτησίας του μετατράπηκε σε εκατόμβη νεκρών ή επειδή η επιχείρηση του χρεοκόπησε, μπορεί να είναι δυστυχισμένος επειδή ο άνθρωπος που αγαπά δεν ανταποκρίνεται στα κελεύσματα του. Σε κάθε περίπτωση πάντως, για τον κάθε επίδοξο αυτόχειρα υπάρχει ένα γεγονός που διαμορφώνει την συναισθηματική του κατάσταση. Η δυστυχία λοιπόν, δεν εκπορεύεται ένα σύνολο δυσάρεστων γεγονότων αλλά από ένα υπερκαθοριστικό γεγονός. Για παράδειγμα, αν η ζωή σου είναι το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου λόγω κάποιας μολυσματικής ή γενετικής ασθένειας τότε δεν μπορεί παρά να είσαι γενικά δυστυχισμένος, άσχετα αν λίγες μέρες πριν αποδημήσεις εις Κύριον κερδίσεις το λόττο. Μπορεί ακόμα και τα καλά γεγονότα να επιτείνουν τη δυστυχία σου. Θυμήσου τον ποιητή: για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει, τώρα που ανθίζουν οι καρποί και βγάζει η γης χορτάρι. Χαρακτηριστικό δείγμα. Το ίδιο συμβαίνει και σε εμάς που δεν σκεφτόμαστε, τουλάχιστον προς το παρόν, να γίνουμε αυτόχειρες! Πολλά και διάφορα συμβαίνουν στη ζωή μας, καλά ή άσχημα. Υπάρχουν όμως κάποια υπερκαθοριστικά γεγονότα που μας κάνουν δυστυχισμένους ή ευτυχισμένους για μια σύντομη ή μεγαλύτερη περίοδο. Νομίζω ότι θα συμφωνήσεις με τη συλλογιστική μου. Ή μήπως τελικά δεν σε έπεισα; Πάντως ήταν για μένα ιδιαίτερα διασκεδαστικό να χρησιμοποιήσω νεομαρξιστική ανάλυση σε μια συζήτηση για συναισθήματα! Αρκετά κόμπασα όμως. Δεν θα ήθελα να με επαναχαρακτηρίσεις επηρμένο….
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παραπάνω συλλογιστική ήταν ενδιαφέρουσα, πλην όμως, δεν μας βοηθά σε τίποτα. Κάναμε δύο επιτυχείς στροφές στον λαβύρινθο και βρεθήκαμε ένα αδιέξοδο που είχαμε πρωθύστερα σημαδεύσει με ένα φασόλι. Μου φαίνεται ότι ακόμα κι αν ακολουθήσουμε τα φασόλια που επιμελώς σκορπίζαμε ή τον μίτο που δέσαμε στην είσοδο, δεν θα καταφέρουμε παρά να εκβραστούμε στο αρχικό μας ερώτημα. Το θεμελιώδες ερώτημα αυτής της συζήτησης, αν οι Λωλοί έχουν τις ίδιες πιθανότητες στην ευτυχία με εμάς, σαφώς και δεν έχει απαντηθεί όπως δεν έχουν απαντηθεί και μία σειρά από άλλα ερωτήματα που δημιουργήθηκαν στην πορεία. Θα έπρεπε όμως να το είχαμε μαντέψει. Οι λαβύρινθοι μωρό μου, δεν έχουν έξοδο, μονάχα είσοδο.
Γι αυτό τον λόγο αποφάσισα να σταματήσω αν και ξέρω ότι δεν βελτίωσα διόλου τη θέση μου. Σίγουρα αναγιγνώσκεις τις τελευταίες αράδες μου με κριτική διάθεση, δεν θα ήθελά να υποθέσω ότι μπορεί να είσαι απηυδισμένη. Δεν ξέρω τι συνέπειες μπορεί να έχει το γράμμα μου στη γνώμη σου για το άτομο μου. Ξέρω όμως ότι αυτός ο άγονος, από άποψη συμπερασμάτων, δυϊκός μονόλογος θα έχει συνέπειες στη δική μου συμπεριφορά. Αμφιβάλλω αν τα συναισθήματα που νιώθω όταν διασταυρώνομαι με τον Λωλό της γειτονιάς μου αλλάξουν. Γνωρίζω πάντως ότι δεν έχω τίποτα να προσφέρω σε μία συζήτηση για τους Λωλούς. Την επόμενη φορά που η κουβέντα περιστραφεί γύρω από αυτό το θέμα, θα κλείσω το στόμα μου και θα ανοίξω τα αφτιά μου. Ποτέ δεν ξέρεις. Μπορεί να παραβρίσκεται κάποιος τρελός στο πάνελ. Και όπως λέει και το παλιό γνωμικό από παιδί κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια.
Ετικέτες: Διηγήματα, Χρήστος Σιδερής