Τετάρτη, Απριλίου 18, 2007

Σεξ, ψέματα και βιντεοταινίες: το τρίπτυχο της πραγμάτωσης της κοινωνικής αρμονίας. Τρεις έννοιες, τρεις αξίες, τρία ιδανικά ικανά να εκτονώσουν τις όποιες πιέσεις δέχεται ο καθημερινός μας ήρωας. Ο Τάκης, ο ήρωας, ο ανώνυμος απλός άνθρωπος που είναι το χαρακτηριστικό δείγμα της μελέτης μας είχε και αυτός πολλά όνειρα: ήθελε όταν μεγαλώσει να γίνει καλός αμερικάνος, να έχει τα κονέ του, να μην περιμένει ποτέ στην πόρτα του πρίβιλετζ, να τον χαιρετάει πάντα ο πορτιέρης, η μπαργουμάνα να του έχει έτοιμο το ποτό του, να έχει το τέλειο θανατηφόρο κορμί και το φατάλ βλέμμα: ήθελε να γίνει ο κύριος γαμάω. Κάτι στράβωσε. Πολλά στράβωσαν βασικά: οι δουλειές δεν πήγαν και πολύ καλά, το κορμί του περισσότερο γκροτέσκο θα το έλεγες παρά απολλώνιο και όσο για το φατάλ βλέμμα, αυτό δεν του βγήκε ποτέ… ο συνήθης ήρωας μας πάντα περίμενε στην αιώνια ουρά και ο πορτιέρης πάντα στράβωνε με την πάρτη του. Μετά από αυτή την φαντασιακά πολιτισμική ψυχρολουσία, ο Τάκης, ο μικρός μας ήρωας ήταν ράκος και με μια εύκολα προβλέψιμη πορεία, αφού αυτή η κατάσταση ανομίας τον οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στο περβάζι, στην ταράτσα, στον πολυέλαιο ή τέλος πάντων σε κάποια, καθ’ όλα συνηθισμένη στους κύκλους των απλών και ανώνυμων ηρώων, απόπειρα αυτοκτονίας. Ως ακαδημαϊκοί πολίτες και μέλη της πανεπιστημιακής ελίτ αυτή η περίπτωση έχει προφανή αίτια, αλλά και εύκολη θεραπεία: όλα λύνονται με άφθονο σεξ.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο έχουμε να αντιμετωπίσουμε δύο εξίσου ρεαλιστικά προβληματάκια. Ο Τάκης μας δε θέλει απλά σεξ. Θέλει να γαμήσει τη Μόνικα Μπελούτσι, άντε στη χειρότερη την Κουτσινότα. Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι η Μπελούτσι δε θα μάθει ποτέ για την ύπαρξη του μικρομέγαλου ήρωα μας, γιατί πολύ απλά δεν την αφορά, δεν το γουστάρει… Ο Τάκης είναι μπάζο...
Πολιτισμικά, λοιπόν, έχουμε ένα σοβαρό συγκρουσιακό πρόβλημα που πηγάζει από μια τεράστια κοινωνική αντίφαση: ο Τάκης έμαθε να ονειρεύεται την Κουτσινότα, να φαντασιώνεται μαζί της και να μην μπορεί να ρίξει ούτε τη Βασούλα. Η απόλυτη ξεφτίλα. Ντροπή σκέτη. Γιατί, βέβαια, και η Βασούλα φαντασιώνεται χρόνια τώρα τον Τζόνι τον Ντεπ. Η ζωή τους έχει καταντήσει ένα φιάσκο και η κοινωνική αυτή αδικία φέρνει την αγαμία και τις προαναφερόμενες τάσεις αυτοκτονίας. Τα ενδότερα του Τάκη έχουν φτάσει στο τέρμα, η κάβλα έχει διαλύσει ό,τι είχε απομείνει από την εσωτερική του ανησυχία.
Επιπλέον, και πάλι μιλώντας ανθρωπολογικά, έχουμε και μια πολιτισμική αντίφαση: ενώ τόσο ο Τάκης, όσο και η Βασούλα ανήκουν στην ίδια πολιτισμική ομάδα, έχουν, ποιοτικά, τις ίδιες φαντασιώσεις, τις ίδιες φαντασιακές προβολές στο μέλλον, την ίδια κάβλα και είναι και οι δυο τους μπάζα, δεν θα αγαπήσει ποτέ ο ένας τον άλλον. Και ολόκληρη η παραπάνω πρόταση είναι μια μεγάλη μαλακία: ο Τάκης και η Βασούλα δεν πρόκειται να κάνουν ούτε ένα απλό συντροφικό σεξ…
Η Πολιτική Ηγεμονία έχει κατανοήσει την ενότητα, τη συντροφική αλληλεγγύη, αλλά και την ισορροπία που υπάρχει και μπορεί δυνάμει να παραχθεί διαλύοντας όλους τους σατανικούς της στόχους που πηγάζουν από τον αυτοσκοπό της υπακοής και της Μεγάλης Θεωρίας του «έτσι-είναι-τα-πράγματα», μέσα από την πολιτισμική ισονομία: μεταμορφώθηκε, μεταλλάχθηκε σε ανθρωπολόγο άλλων εποχών - εποχών που ο διανοούμενος ανθρωπολόγος ρουφιάνευε τους φίλους του, τους Μασάι στη βασίλισσα και που εκτός του ότι γινόταν και αυτοαποκαλούταν Σερ θα διδασκόταν ακόμα και στα πανεπιστήμια της ελλάδας - και άλωσε την πολιτισμική αλληλεγγύη σπέρνωντας το σπόρο της διαφορετικότητας ακόμα και στα σημεία οπού αυτή έπρεπε να εφευρεθεί εξαρχής. Η Πολιτισμική Ηγεμονία ήταν η αιτία που δημιουργήθηκαν και οι όλοι-διαφορετικοί Α.Α.Α. (Ανώνυμοι Αγάμητοι Αντι-ήρωες). Οι όλοι-διαφορετικοί Α.Α.Α. δεν κατάλαβαν ποτέ αυτό που κάποιος σύντροφος είχε ανυποψίαστα αναρωτηθεί: «δεν κάνουμε καμιά παρτούζα, να ρθούμε στα ίσα μας», αφού ένας δεύτερος σύντροφος που ήταν και πολύ κωλόπαιδο απάντησε «αφού είσαστε όλοι μπάζα!» και επισκίασε την ουσιαστική και ιδιαίτερα πρωτοπόρα, όσο και πρωτόγονα αληθινή ουσία της ζωής που αποκάλυψε ο πρώτος σύντροφος (ο Λάκης).
Σε αυτό το σημείο η ακαδημαϊκή ελίτ κατάλαβε την επιτυχία της πολιτισμικής ηγεμονίας: από τη μία, κανένας δεν πίστεψε το Λάκη, και από την άλλη το κωλόπαιδο εξέφρασε με μοναδική μαεστρία το Λόγο, το Ντισκούρ της εποχης: είσαστε όλοι μπάζα εκτός από εμένα…
Η αποτροπή του κινδύνου που θα επέφερε μια γενικευμένη παρτούζα στα ενδότερα της κάθε πολιτισμικής οντότητας απέκλειε γι ακόμα μια φορά τις αλυσιδωτές αντιδράσεις που γεννούν από πάντα οι παρτούζες: εξέγερση, επανάσταση, σεξ, σεξ, σεξ…
Η ασφαλιστική δικλείδα που θα αποσυμπίεζε την κατάσταση και θα εξισορροπούσε τα πάθη μετριάζοντας το δίπολο «μαζικές αυτοκτονίες-παρτούζες» και θα έδινε πνοή στον κωλόκαπιταλισμό για τουλάχιστον έναν ακόμα γεμάτο αιώνα ήταν κάτι το αναμενόμενο.
Σεξ και ψέματα και βιντεοκασέτες στο μίξερ μας βγάζουν μια τσοντούλα. Είναι η τσόντα που μπορεί αν όχι να θεραπεύσει, να εκτονώσει ολόκληρη την αρνητική ενέργεια που έχει συσσωρευτεί, να βγει η κάβλα όλη. Στον κόσμο της τσόντας όλοι μας μπορούμε να πάμε με όλους, όσες φορές γουστάρουμε, χωρίς καμμια υποχρέωση, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, χωρίς να ρωτάμε αν του άρεσε: πάντα του αρέσει, πάντα το απολαμβάνει. Όσες φορές και να το κάνουμε με την τσόντα, η τσόντα δε θα μας βαρεθεί ποτέ, ενώ εμείς όταν τη βαρεθούμε θα πάμε με άλλη. Όπως και να το δεις μια σχέση με μια τσόντα σφύζει από υγεία, πάθος και έξαψη. Διαλέγουμε τη γυναίκα που θέλουμε, τη γυναίκα που ξέρουμε πως το κάνει και μας ταιριάζει τη συγκεκριμένη στιγμή: είναι η γυναίκα που ανταποκρίνεται στις εκάστοτε εκφάνσεις των φαντασιακών μας προβολών, είναι και αυτή «όλοι-διαφορετικοί» και το ίδιο κούκλα με εμάς τα μπάζα. Όταν ξέρεις δεν αγχώνεσαι, είσαι χαλαρός και έτσι πιο γοητευτικός στο κρεβάτι εκτονώνεσαι, παράγεις πνευματικό έργο, τα δίνεις όλα στη γυναίκα απέναντι σου, τελειώνεις όσο γρήγορα θέλεις και μετά πατας το στοπ. Τέλος.
Ταυτόχρονα, η τσόντα δρα ρεαλιστικά, έστω και εν μέρει, ως προς τα προστάγματα της Γαλλικής Επανάστασης. Όλοι είναι ίσοι στον κόσμο της τσόντας, όλοι μπορούν να τον παίξουν με όλους, να τελειώσουν όπου τους καβλώσει, στον τοίχο, στην οθόνη, στο βίντεο, στα μαξιλάρια, στο πάτωμα, στο ταβάνι, όλοι μοιράζονται ένα αγαθό εν αφθονία που ικανοποιεί Την Ουσία της ζωής μας: την Γκάβλα.
Κυκλοφορείς, πλέον, ήρεμος, χαλαρός: που να ήξεραν με ποια ήσουν σήμερα το πρωί, χθες τα απόγευμα και με ποιες τα τελευταία βράδια: μάντεψε τι κάνω τα βράδια. Οι διαδικασία της τσόντας είναι αυτή που βγάζει τον Τάκη από την κατάσταση ανομίας και από τη βέβαιη αυτοκτονία, βγάζει ασπροπρόσωπο το αφεντικό του Τάκη, τους φίλους του Τάκη, τον πορτιέρη του πρίβιλετζ, τη Βασούλα, την έβγα της γειτονιάς, τα νοσοκομεία, το κράτος, την πολιτεία, την πεταλούδα που πετάει πάνω από το Πεκίνο, τα δελτία ειδήσεων, τους επιστήμονες, τους πρωθυπουργούς, τον ΟΠΕΚ, τον Τσιλιχρήστο και το μπόζα νόστρα. Κανείς δεν ανησυχεί πια για τον Τάκη και τους συνΤάκηδες, πόσο μάλλον για τους «όλοι-διαφορετικοί Α.Α.Α.» που δεν θα καταφέρουν ποτέ να πολιτικοποιηθούν μέσα από μια σειρά λυτρωτικών και προκλητικά Πολιτικών παρτούζων.
Ο Τάκης είναι ήρεμος, χωρίς να ναι απελπισμένος, μπορεί να αντέξει την αναμονή του παντοτινού ερχομού της πριγκίπισσας μπελούτσι, γιατί έχει καβάτζα. Δεν θα υποστεί το διασυρμό ούτε της λασπολογημένης ηθικά παρτούζας, αλλά ούτε φυσικά και της Βασούλας (αφού αυτή είναι μπάζο)
Ο Τακούλης μας δεν θα αυτοτραυματιστεί ούτε θα τραυματίσει, κοινωνικοποιήθηκε, η κάβλα του, ο εσωτερικός του βρασμός βρήκε διέξοδο απολαυστική και έτσι ήρεμος θα συνεχίσει να δουλεύει, θα συνεχίσει να ξέρει την Γκράντ Θέορι του «έτσι-είναι-τα-πράγματα»

0 Comments:

Post a Comment